Επιλογή Σελίδας

ΣΥΜΒΑΣΗ

Μεταξύ του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας για την αποφυγή αποφυγής διπλής φορολογίας όσον αφορά τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου.

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας, επιθυμώντας να συνάψουν σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας όσον αφορά τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου,

έχουν συμφωνήσει για τις ακόλουθες διατάξεις:

Άρθρο 1

Πρόσωπα που καλύπτονται

  1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε πρόσωπα που είναι κάτοικοι ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή καθενός από τα δύο Κράτη.
  1. Εννοείται ότι η Σύμβαση δεν θα ισχύει για το εισόδημα ή το κεφάλαιο της holεταιρείες που κατοικούν στο Λουξεμβούργο και απολαμβάνουν ειδικά φορολογικά πλεονεκτήματα σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του Λουξεμβούργου ή Η ισχύουσα νομοθεσία του Λουξεμβούργου ή οποιοσδήποτε άλλος παρόμοιος νόμος που ενδέχεται να τεθεί σε ισχύ στο Λουξεμβούργο μετά την υπογραφή της Σύμβασης, ούτε στο εισόδημα που αποκτά κάτοικος Βραζιλίας από τέτοιες εταιρείες, ούτε στις συμμετοχές τέτοιων κατοίκων σε τέτοιες εταιρείες.

Άρθρο 2

Φόροι που καλύπτονται

  1. Οι παρόντες φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η Σύμβαση είναι:

α) όσον αφορά το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου:

– προσωπικός φόρος εισοδήματος;

– φόρος επί του εισοδήματος των κοινοτήτων.

– ειδικός φόρος επί των τελών

– φόρος επί του πλούτου·

– κοινοτικός εμπορικός φόρος μετά το κέρδος και το κεφάλαιο «εκμετάλλευσης».

– φόρος επί των συνολικών μισθών.

– φόρος επί της ιδιοκτησίας

(εφεξής «φόρος Λουξεμβούργου»)·

β) στην περίπτωση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας:

– ομοσπονδιακός φόρος εισοδήματος και κερδών κάθε είδους εξαιρουμένου του φόρου l’ επί

Υπερβολικές μεταβιβάσεις και δραστηριότητες μικρότερης σημασίας.

(εφεξής «βραζιλιάνικος φόρος»).

  1. Η Σύμβαση εφαρμόζεται επίσης σε μελλοντικούς φόρους πανομοιότυπης ή παρόμοιας φύσης που προστίθενται ή είναι στους παρόντες φόρους ή που θα τους αντικαθιστούσαν.

Άρθρο 3

Γενικοί ορισμοί

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, εκτός εάν το πλαίσιο απαιτεί διαφορετικά:

(α) ο όρος “Βραζιλία” σημαίνει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας·

(β) ο όρος “Λουξεμβούργο” σημαίνει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου·

(γ) οι όροι “ένα συμβαλλόμενο κράτος” και “άλλο συμβαλλόμενο κράτος” σημαίνουν, όπως απαιτεί το πλαίσιο, το Λουξεμβούργο ή τη Βραζιλία·

(δ) ο όρος “πρόσωπο” περιλαμβάνει άτομα, εταιρείες και οποιεσδήποτε άλλες ομάδες προσώπων·

(ε) ο όρος “εταιρεία” σημαίνει κάθε εταιρικό φορέα ή οποιαδήποτε οντότητα που θεωρείται εταιρεία για φορολογικούς σκοπούς· και

(στ) οι όροι “επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους” και “επιχείρηση του “άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους” σημαίνει, αντίστοιχα, μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

ζ) ο όρος «υπήκοοι» σημαίνει:

Θ) όλα τα φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια ενός Συμβαλλόμενου Κράτους.

II) όλα τα νομικά πρόσωπα, οι συνεταιρισμοί και οι ενώσεις που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος·

III) όλα τα νομικά πρόσωπα, οι συνεταιρισμοί και οι ενώσεις που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τους νόμους που ισχύουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος.

(η) ο όρος “διεθνής κυκλοφορία” σημαίνει κάθε μεταφορά με πλοίο ή αεροσκάφος που εκμεταλλεύεται επιχείρηση της οποίας ο τόπος πραγματικής διαχείρισης βρίσκεται σε ένα συμβαλλόμενο κράτος, εκτός εάν το πλοίο ή το αεροσκάφος εκμεταλλεύεται μόνο μεταξύ σημείων στο άλλο συμβαλλόμενο κράτος· l «η έκφραση «αρμόδια αρχή» σημαίνει:

I) στη Βραζιλία:

Ο Υπουργός Οικονομικών, ο Γραμματέας της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εσόδων ή οι ίδιοι εκπρόσωποί τους·

II) στο Λουξεμβούργο:

Ο Υπουργός Οικονομικών ή ο νόμιμα εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του.

  1. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της Σύμβασης από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται διαφορετικά θα έχει την έννοια που του αποδίδεται από το δίκαιο αυτού του Κράτους που διέπει τους φόρους που αποτελούν αντικείμενο της Σύμβασης που ορίζονται θα έχει την έννοια που έχει σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του Κράτους σχετικά με τους φόρους που αποτελούν αντικείμενο της Σύμβασης, εκτός εάν ο όρος «φόρος» ορίζεται στη Σύμβαση.

Άρθρο 4

Κατοικία για φορολογικούς σκοπούς

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, ο όρος “κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους” σημαίνει κάθε πρόσωπο που, σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό το Κράτος λόγω της κατοικίας, της κατοικίας, του τόπου διεύθυνσής του ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου παρόμοιας φύσης.
  1. Όταν, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο θεωρείται κάτοικος καθενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, η υπόθεση επιλύεται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

(α) Το πρόσωπο αυτό θεωρείται ότι είναι κάτοικος του «Συμβαλλόμενου Κράτους όπου κατοικεί». Όταν έχει μόνιμη κατοικία σε καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θα θεωρείται κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους με το οποίο είναι στενότεροι οι προσωπικοί και οικονομικοί δεσμοί της (κέντρο ζωτικών συμφερόντων).

(β) Εάν το «Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο το πρόσωπο αυτό έχει το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δεν μπορεί να προσδιοριστεί, ή αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος δεν εξορύσσεται, ή ότι «δεν έχει μόνιμη κατοικία σε κανένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θα είναι θεωρείται κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του·

(γ) Εάν το πρόσωπο αυτό είναι κανονικά παρόν σε καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη ή δεν είναι κανονικά παρόν σε κανένα από αυτά, θα θεωρείται κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου έχει την ιθαγένεια.

(δ) Εάν το πρόσωπο αυτό έχει την ιθαγένεια καθενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη ή εάν δεν έχει την ιθαγένεια κανενός από αυτά, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών αποφασίζουν για το ζήτημα της κοινής συμφωνίας.

  1. Όταν, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1, πρόσωπο διαφορετικό από φυσικό πρόσωπο θεωρείται κάτοικος καθενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θα θεωρείται κάτοικος του «Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής του διοίκησης.

Άρθρο 5

Μόνιμη εγκατάσταση

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, η έκφραση «μόνιμη εγκατάσταση» σημαίνει α

σταθερός τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας όπου η επιχείρηση ασκεί το σύνολο ή μέρος των εργασιών της.

  1. Η έκφραση «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει ιδίως:

(α) τόπος διαχείρισης·

(β) ένα υποκατάστημα·

(γ) ένα γραφείο·

(δ) ένα εργοστάσιο·

(ε) ένα εργαστήριο·

(στ) ορυχείο, λατομείο ή άλλους τόπους «εξόρυξης φυσικών πόρων·

ζ) εργοτάξιο κατασκευής ή συναρμολόγησης που διαρκεί περισσότερο από έξι μήνες.

  1. Δεν θεωρείται ότι υπάρχει μόνιμη εγκατάσταση εάν:

(α) γίνεται χρήση «εγκαταστάσεων αποκλειστικά για σκοπούς αποθήκευσης, έκθεσης ή παράδοσης αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην «εθνικότητα». ασθένειες που ανήκουν στην ‘επιχείρηση·

(β) τα εμπορεύματα που ανήκουν στην «επιχείρηση αποθηκεύονται με αποκλειστικό σκοπό την αποθήκευση, την έκθεση ή την παράδοση·

(γ) τα εμπορεύματα που ανήκουν στην «επιχείρηση αποθηκεύονται με αποκλειστικό σκοπό την επεξεργασία τους από άλλη επιχείρηση·

(δ) μια σταθερή επιχειρηματική διευκόλυνση χρησιμοποιείται με αποκλειστικό σκοπό την «αγορά αγαθών ή τη συλλογή πληροφοριών για την «επιχείρηση·

(ε) μια σταθερή επιχειρηματική εγκατάσταση χρησιμοποιείται, για την «επιχείρηση, αποκλειστικά για σκοπούς διαφήμισης, παροχής πληροφοριών, επιστημονικής έρευνας ή παρόμοιες δραστηριότητες που έχουν προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα.

  1. Πρόσωπο που ενεργεί σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος για λογαριασμό «επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, εκτός από αντιπρόσωπο που έχει το ανεξάρτητο καθεστώς που αναφέρεται στην παράγραφο 5, θεωρείται ότι είναι μόνιμη εγκατάσταση» στο προαναφερθέν Κράτος, εάν έχει σε αυτό Οι κρατικές εξουσίες που συνήθως ασκεί σε αυτό, του επιτρέπουν να συνάπτει συμβάσεις στο όνομα της επιχείρησης, εκτός εάν η δραστηριότητα του προσώπου αυτού περιορίζεται στην «αγορά αγαθών για την «επιχείρηση». Ωστόσο, μια ασφαλιστική επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους θεωρείται ότι έχει α αποστολή στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος από τη στιγμή που, μέσω «ενδιάμεσου αντιπροσώπου που δεν εμπίπτει στην κατηγορία των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 παρακάτω, λαμβάνει ασφάλιστρα στην επικράτεια του τελευταίου κράτους ή ασφαλίζει κινδύνους που βρίσκονται σε αυτό το έδαφος.
  1. Επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν θα θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος απλώς και μόνο επειδή ασκεί τις δραστηριότητές της εκεί μέσω της «επιχείρησης μεσίτη, γενικού γραμματέα ή οποιουδήποτε άλλου διαμεσολαβητή με ανεξάρτητο καθεστώς, υπό τον όρο ότι άτομα ενεργούν κατά τη συνήθη πορεία της επιχείρησής τους.
  2. Το γεγονός ότι «μια εταιρεία που είναι κάτοικος» ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από μια εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους ή η οποία ασκεί εργασίες σε αυτό το Κράτος (είτε με μεσάζοντα μόνιμης εγκατάστασης είτε όχι) θα δεν αρκεί από μόνη της για να καταστήσει κάποια από αυτές τις εταιρείες μόνιμη εγκατάσταση της «άλλης.
  3. Επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους θα θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ασκεί εκεί τη «δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών» καλλιτεχνών και αθλητών που αναφέρονται στο άρθρο 17 της παρούσας Σύμβασης.

Άρθρο 6

Εισόδημα από ακίνητα

  1. Το εισόδημα από ακίνητη περιουσία, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος από τη γεωργία ή τη δασοκομία, μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται τέτοια περιουσία.
  1. (α) Ο όρος «ακίνητη περιουσία» θα ορίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του «Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται το εν λόγω ακίνητο.

(β) Η έκφραση αυτή περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τα αξεσουάρ, τους νεκρούς ή τα ζώα των γεωργικών και δασικών εκμεταλλεύσεων, τα δικαιώματα στα οποία οι διατάξεις ιδιωτικού δικαίου που αφορούν την ιδιοκτησία γης, την επικαρπία ακινήτων και τα δικαιώματα σε μεταβλητά ή πάγια δικαιώματα μεταβλητή ή σταθερή για την «εκμετάλλευση ή παραχώρηση της «εκμετάλλευσης ορυκτών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων· πλοία, σκάφη και αεροσκάφη δεν θεωρούνται ακίνητα.

  1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται στα εισοδήματα που προέρχονται από την άμεση «εκμετάλλευση, μίσθωση ή μίσθωση και από κάθε άλλη μορφή «εκμετάλλευση ακινήτων».
  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 εφαρμόζονται και στα εισοδήματα που προέρχονται από ακίνητη περιουσία επιχείρησης καθώς και στα εισοδήματα από ακίνητα που χρησιμοποιούνται για την «άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος».

Άρθρο 7

Κέρδη επιχειρήσεων

  1. Τα κέρδη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί, το τσιμέντο που βρίσκεται εκεί. Εάν η «επιχείρηση ασκεί τις δραστηριότητές της με τέτοιο τρόπο, τα κέρδη της «επιχείρησης θα φορολογούνται στο άλλο Κράτος αλλά μόνο στο βαθμό που αποδίδονται στην εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση.
  2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, όπου «επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί, σε κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα αποδοθούν σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση τα κέρδη που θα είχε αν αποτελούσε μια ξεχωριστή και χωριστή επιχείρηση που ασχολείται με την ίδια ή παρόμοιες δραστηριότητες υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και συναλλάσσονται εντελώς ανεξάρτητα με την επιχείρηση της οποίας είναι επιχείρηση μόνιμης εγκατάστασης της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση.

(3) Κατά τον υπολογισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης, επιτρέπεται ως έκπτωση δαπάνη για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων διαχείρισης και των γενικών διοικητικών εξόδων που πραγματοποιήθηκαν.

  1. Κανένα κέρδος δεν θα καταλογιστεί σε μόνιμη εγκατάσταση λόγω του γεγονότος ότι αυτή η μόνιμη εγκατάσταση έχει απλώς – Κανένα κέρδος δεν θα αποδίδεται σε μόνιμη εγκατάσταση λόγω του γεγονότος ότι η μόνιμη εγκατάσταση έχει απλώς αγοράσει αγαθά για την επιχείρηση.
  2. Όταν τα κέρδη περιλαμβάνουν στοιχεία εισοδήματος που αντιμετωπίζονται χωριστά σε άλλα Άρθρα της παρούσας Σύμβασης, οι διατάξεις των άρθρων αυτών δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 8

Ναυτιλίας και Αεροναυτιλίας

  1. Κέρδη που προέρχονται από τη «λειτουργία, στη διεθνή κυκλοφορία, πλοίων ή αεροπλάνων, φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισης της επιχείρησης.
  1. Εάν ο τόπος αποτελεσματικής διαχείρισης μιας επιχείρησης θαλάσσιας ναυσιπλοΐας βρίσκεται σε ένα πλοίο, Αυτή η θέση θεωρείται ότι βρίσκεται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται ο λιμένας «δέσμευσης του σκάφους» ή, ελλείψει λιμένα δέσμευσης, στο Συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του οποίου είναι ο διαχειριστής του πλοίου.
  1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν επίσης για κέρδη από συμμετοχή σε κοινοπραξία, κοινή επιχείρηση ή διεθνή οργανισμό λειτουργίας.

Άρθρο 9

Συνδεδεμένες επιχειρήσεις

Που:

(α) μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή

(β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή κεφάλαιο μιας επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, και ότι, στη μία και στην άλλη περίπτωση, οι δύο επιχειρήσεις δεσμεύονται, στις εμπορικές ή οικονομικές τους σχέσεις, από συμφωνηθέντες όρους και προϋποθέσεις το άλλο, οι δύο επιχειρήσεις δεσμεύονται από αποδεκτούς ή επιβεβλημένους όρους στις εμπορικές ή οικονομικές τους σχέσεις, οι οποίοι διαφέρουν από αυτούς που θα συνάπτονταν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη που, χωρίς αυτούς τους όρους, θα είχαν αποκομίσει μία από τις επιχειρήσεις αλλά θα μπορούσαν που στην πραγματικότητα δεν έχουν πραγματοποιηθεί λόγω τέτοιων συνθηκών, μπορούν να συμπεριληφθούν στα κέρδη της εν λόγω επιχείρησης και φορολογούνται αναλόγως.

Άρθρο 10

Μερίσματα

  1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.
  1. Ωστόσο, τέτοια μερίσματα μπορούν να φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος , κάτοικος του οποίου είναι η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα, και σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, αλλά ο «φόρος που επιβάλλεται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει:

(α) 15 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων, εάν ο αποδέκτης των μερισμάτων είναι εταιρεία που διαθέτει άμεσα «τουλάχιστον το 10 τοις εκατό του κεφαλαίου της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα·

(β) 25 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Η παράγραφος αυτή δεν επηρεάζει τη «φορολόγηση της εταιρείας για τα κέρδη που χρησιμοποιούνται για την πληρωμή μερισμάτων.

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όταν ο αποδέκτης των μερισμάτων, κάτοικος ‘ ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει στο ‘ άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του οποίου είναι η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα, μόνιμη εγκατάσταση στην οποία η συμμετοχή για την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με τα μερίσματα. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του ‘Άρθρου 7.
  1. Ο όρος “μερίσματα” όπως χρησιμοποιείται σε αυτό το άρθρο σημαίνει εισόδημα από “μετοχές, μετοχές επιχορήγησης ή δικαιώματα αγοράς μετοχών, μετοχές ορυχείων, ιδρυτικές μετοχές ή άλλες μετοχές κερδών με εξαίρεση τις απαιτήσεις, καθώς και το εισόδημα από άλλες μετοχές που εξομοιώνονται με το εισόδημα από μετοχές από τη φορολογική νομοθεσία του ‘Κράτους κάτοικος του οποίου είναι η εταιρεία διανομής.
  2. Όταν μια εταιρεία με έδρα το Λουξεμβούργο έχει μόνιμη εγκατάσταση στη Βραζιλία, η εγκατάσταση αυτή μπορεί να υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με τη νομοθεσία της Βραζιλίας.

Ωστόσο, ο φόρος αυτός δεν μπορεί να υπερβαίνει το 15 τοις εκατό του κέρδους της μόνιμης εγκατάστασης, που προσδιορίζεται μετά την καταβολή του «εταιρικού φόρου που αναλογεί στα εν λόγω κέρδη.

  1. Όπου “εταιρεία που είναι κάτοικος” ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αντλεί κέρδη ή εισόδημα από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, αυτό το άλλο Κράτος δεν μπορεί να επιβάλει κανένα φόρο στα μερίσματα που καταβάλλονται από την εταιρεία σε πρόσωπα που δεν είναι κάτοικοι αυτού του άλλου Κράτους, ούτε να επιβάλει κανένα φόρο, σε σχέση με το φόρο επί των αδιανέμητων κερδών, στα αδιανέμητα κέρδη του εταιρεία, ακόμη και αν τα καταβληθέντα μερίσματα ή τα αδιανεμήθη κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή έσοδα που προκύπτουν σε αυτό το άλλο Κράτος.
  1. Οι περιορισμοί που προβλέπονται στην παράγραφο 2, εδάφιο α, και στην παράγραφο 5 δεν ισχύουν για τα καταβληθέντα μερίσματα και τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τη λήξη του πέμπτου ημερολογιακού έτους μετά το έτος «κατά το οποίο θα τεθεί σε ισχύ η Σύμβαση.

Άρθρο 11

Ενδιαφέρον

  1. Τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.
  1. Ωστόσο, τέτοιοι τόκοι μπορεί να φορολογούνται στο «Συμβαλλόμενο Κράτος από το οποίο προέρχονται και σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, αλλά ο φόρος που επιβάλλεται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει το 15 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των τόκων.

 

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2:

(α) τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται στην κυβέρνηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, σε πολιτική υποδιαίρεση αυτού ή σε οργανισμό (συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) που ανήκει εξ ολοκλήρου σε αυτήν την κυβέρνηση ή πολιτική υποδιαίρεση, απαλλάσσονται από φόρους στην πρώτο συμβαλλόμενο κράτος·

(β) τόκοι που προέρχονται από δημόσια κεφάλαια και ομόλογα προκαταβολής που εκδίδονται από την κυβέρνηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

(γ) ο συντελεστής του φόρου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10 τοις εκατό ως προς τους τόκους των δανείων και δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται για τουλάχιστον 7 έτη από τραπεζικά ιδρύματα και σχετίζονται με την πώληση αγαθών εξοπλισμού ή με τη «μελέτη, την «εγκατάσταση ή προμήθεια βιομηχανικού ή επιστημονικού εξοπλισμού καθώς και δημοσίων έργων.

  1. Ο όρος «τόκοι» όπως χρησιμοποιείται σε αυτή την ενότητα σημαίνει έσοδα από δημόσια ταμεία, δημόσιο δανειακές υποχρεώσεις, έστω και εξασφαλισμένες με υποθήκες ή ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη, και απαιτήσεις κάθε είδους επί της ρήτρας συμμετοχής στα κέρδη και απαιτήσεις κάθε είδους, καθώς και όλα τα άλλα εισοδήματα που εξομοιώνονται με τα εισοδήματα των ποσών που δανείζονται από τον φόρο νομοθεσία του ‘Κράτους από το οποίο προέρχεται το εισόδημα.
  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όταν ο αποδέκτης των τόκων, κάτοικος «ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος από το οποίο προέρχονται τα συμφέροντα μόνιμη εγκατάσταση με την οποία συνδέεται ουσιαστικά. μόνιμη εγκατάσταση με την οποία συνδέεται ουσιαστικά η οφειλή που δημιουργεί τους τόκους. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων του άρθρου 7.

 

  1. Οι περιορισμοί που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν ισχύουν για τόκους που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε μόνιμη εγκατάσταση μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους που βρίσκεται σε τρίτο Κράτος.
  1. Τόκοι θεωρείται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο πληρωτής είναι το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος αυτού του Κράτους. Ωστόσο, όταν ο πληρωτής των τόκων, είτε είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους είτε όχι, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμο Συμβαλλόμενο Κράτος, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση σε σχέση με την οποία το δάνειο για το οποίο καταβλήθηκε τόκος συνήφθη και που βαρύνει τα έξοδα αυτών των τόκων, τέτοιοι τόκοι θα θεωρείται ότι προκύπτουν στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση.

 

  1. Εάν ως αποτέλεσμα ειδικών σχέσεων που υπάρχουν μεταξύ του οφειλέτη και του πιστωτή ή τις οποίες διατηρούν ο ένας και ο άλλος με τρίτους, το ποσό των τόκων που καταβάλλονται, λαμβανομένης υπόψη της απαίτησης για την οποία καταβάλλονται, υπερβαίνει αυτό που θα είχε συμφωνηθεί από τον οφειλέτη και τον πιστωτή, ελλείψει τέτοιων σχέσεων, οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο αυτό ποσό. Σε μια τέτοια περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους και λαμβάνοντας υπόψη τις άλλες διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.

Άρθρο 12

Δικαιώματα

  1. Δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.
  1. Ωστόσο, τέτοια δικαιώματα μπορούν να φορολογούνται στο «Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν, και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά ο φόρος που επιβάλλεται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει:

(α) το 25 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων που προέρχονται από τη «χρήση ή τη χορήγηση της «χρήσης εμπορικών σημάτων, κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών ή κασετών τηλεοπτικών ή ραδιοφωνικών εκπομπών·

(β) 15 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

 

  1. Ο όρος “δικαιώματα” όπως χρησιμοποιείται σε αυτήν την ενότητα σημαίνει αμοιβή κάθε είδους που καταβάλλεται για το φύση που καταβλήθηκε για τη «χρήση ή τη χορήγηση της «χρήσης πνευματικών δικαιωμάτων σε λογοτεχνικό, καλλιτεχνικό ή επιστημονικό έργο, συμπεριλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών ή κασετών για τηλεόραση ή μετάδοση, δ» δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, δ» εμπορικό σήμα, δ» σχέδιο ή μοντέλο , d’a plan, d’a formula or d’a secret process, καθώς και για τη «χρήση ή χορήγηση του «χρησιμοποιημένου» βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού και για πληροφορίες που σχετίζονται με εμπειρία που αποκτήθηκε ή μελέτες στον βιομηχανικό, εμπορικό ή επιστημονικό πεδίο.

 

  1. Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν από «ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο οφειλέτης είναι το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κάτοικος αυτού του Κράτους. Εντούτοις, όταν ο καταβάλλων των δικαιωμάτων, είτε είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους είτε όχι, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση για την οποία έχει αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλει τα δικαιώματα και ότι Η μόνιμη εγκατάσταση βαρύνει τα έξοδα τέτοιων δικαιωμάτων, αυτά τα δικαιώματα θα θεωρούνται ότι προκύπτουν στο καλάμι που προκύπτουν στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η «μόνιμη εγκατάσταση.

 

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται όταν ο αποδέκτης των δικαιωμάτων, κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος από το οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα μόνιμη εγκατάσταση με την οποία συνδέεται ουσιαστικά το δικαίωμα ή η περιουσία που δημιουργεί τα δικαιώματα. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7.

 

  1. Εάν, λόγω ειδικών σχέσεων που υφίστανται μεταξύ του οφειλέτη και του πιστωτή ή τις οποίες διατηρούν ο ένας και ο άλλος με τρίτους, το ποσό των δικαιωμάτων που καταβάλλονται, λαμβανομένης υπόψη της υπηρεσίας για την οποία καταβάλλονται, είναι για το οποίο καταβάλλονται καταβλήθηκε, υπερβαίνει αυτό που θα είχε συμφωνηθεί από τον οφειλέτη και τον πιστωτή, ελλείψει τέτοιων σχέσεων, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο για το τελευταίο αυτό ποσό. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών θα παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους και λαμβάνοντας υπόψη τις άλλες διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.

 

  1. Ο περιορισμός του φόρου που προβλέπεται στο εδάφιο (β) της παραγράφου 2 δεν ισχύει για δικαιώματα που καταβάλλονται σε κάτοικο «συμβαλλόμενου κράτους που διαθέτει άμεσα ή έμμεσα «τουλάχιστον το 50 τοις εκατό του κεφαλαίου ψήφου της εταιρείας που καταβάλλει τα δικαιώματα μέχρι τη λήξη του πέμπτου ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το «έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η συμφωνία.

Άρθρο 13

Κέρδη κεφαλαίου

  1. Τα κέρδη από την «εκποίηση ακίνητης περιουσίας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, μπορούν να φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου βρίσκεται τέτοια περιουσία.

 

  1. Κέρδη από την «εκποίηση κινητής περιουσίας που αποτελεί μέρος των περιουσιακών στοιχείων μιας» σταθερής εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που αποτελεί σταθερή βάση την οποία έχει κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για την «άσκηση ενός επαγγέλματος, συμπεριλαμβανομένων τέτοιων κερδών από το σύνολο της μόνιμης εγκατάστασης (μόνο ή με ολόκληρη την επιχείρηση) ή από μια τέτοια σταθερή βάση, μπορεί να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος. Ωστόσο, τα κέρδη που προέρχονται από την «εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που λειτουργούν σε διεθνείς μεταφορές και κινητής περιουσίας που διατίθεται για τη λειτουργία τέτοιων πλοίων ή αεροσκαφών φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισης της επιχείρησης.

 

  1. Κέρδη από την «εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας ή δικαιωμάτων εκτός από αυτά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 μπορεί να φορολογούνται και στα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη.

Άρθρο 14

Ανεξάρτητες Προσωπικές Υπηρεσίες

  1. Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ” ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από “ελεύθερο επάγγελμα ή από” άλλες ανεξάρτητες δραστηριότητες παρόμοιου χαρακτήρα φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός εάν το κόστος αυτής της αμοιβής βαρύνει εταιρεία που κατοικεί στο άλλο Κράτος ή από μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται εκεί. Στην περίπτωση αυτή, το εισόδημα αυτό μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ο όρος «επαγγελματικές υπηρεσίες» περιλαμβάνει ιδίως ανεξάρτητες δραστηριότητες επιστημονικών, τεχνικών, λογοτεχνικών, καλλιτεχνικών, εκπαιδευτικών ή παιδαγωγικών δραστηριοτήτων, καθώς και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών και δραστηριότητες γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστές.

Άρθρο 15

Εξαρτημένα Επαγγέλματα

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18, 19, 20 και 21, οι μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που λαμβάνει κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εργασία φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός εάν η «απασχόληση συνεχίζεται». στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. Εάν η «απασχόληση συνεχίζεται εκεί, η αμοιβή που λαμβάνεται για αυτήν μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, αμοιβή που «κάτοικος» ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογείται μόνο στο προαναφερόμενο Κράτος εάν:

(α) ο δικαιούχος παραμένει στο «άλλο κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν το

183 ημέρες συνολικά κατά τη διάρκεια του σχετικού φορολογικού έτους·

 

(β) η αμοιβή καταβάλλεται από εργοδότη ή για λογαριασμό» εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου κράτους· και

 

(γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση που ο εργοδότης βρίσκεται σε άλλο κράτος.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, η αμοιβή για «απασχόληση σε πλοίο ή αεροσκάφος σε διεθνείς μεταφορές μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισης της «επιχείρησης».

Άρθρο 16

Αμοιβή συμβούλων

Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες αμοιβές που λαμβάνει κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους με την ιδιότητά του ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης καταβάλλονται σε αυτόν στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η επιχείρηση. Ένα Συμβαλλόμενο Κράτος που λαμβάνει με την ιδιότητά του ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή του εποπτικού συμβουλίου ή ενός παρόμοιου οργάνου ή παρόμοιου οργάνου εταιρείας, που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

Άρθρο 17

Καλλιτέχνες και Αθλητές

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15, το εισόδημα που αποκτάται από επαγγελματίες ψυχαγωγούς, όπως καλλιτέχνες θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης και μουσικοί, καθώς και αθλητές από τις προσωπικές τους δραστηριότητες καθαυτές, μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο οι δραστηριότητες αυτές συνεχίζονται.

Άρθρο 18

συντάξεις

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αποδοχές, μέχρι μερίδες, μέχρι ετήσιου ποσού 3.000 USD, που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος. Το ποσό που υπερβαίνει τα 3.000 $ ΗΠΑ μπορεί να φορολογηθεί στο πρώτο συμβαλλόμενο κράτος.

 

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «συντάξεις και άλλες παρόμοιες αποδοχές» σημαίνει

περιοδικές πληρωμές που πραγματοποιούνται μετά τη συνταξιοδότηση έναντι «προηγούμενης απασχόλησης ή ως αποζημίωση για ζημίες που υπέστησαν σε σχέση με αυτή την προηγούμενη απασχόληση.

Ενότητα 19

Δημόσια Γραφεία

  1. (α) Αμοιβές, πλην των συντάξεων, που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μία από τις πολιτικές υποδιαιρέσεις ή τις τοπικές αρχές του σε ένα φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή υποδιαίρεση ή τοπική αρχή, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

(β) Ωστόσο, αυτή η αμοιβή φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν οι υπηρεσίες παρέχονται σε αυτό το Κράτος και εάν ο αποδέκτης της αμοιβής είναι κάτοικος αυτού του Κράτους ο οποίος:

(I) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους, ή

(II) δεν έχει γίνει κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για τον σκοπό της παροχής των υπηρεσιών.

(α) Συντάξεις που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μια πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού, είτε άμεσα είτε από κεφάλαια που έχουν συσταθεί από αυτό, στο φορολογητέο εισόδημα φυσικού προσώπου για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή σε αυτήν την υποδιαίρεση ή συλλογικότητα , φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος. Το ίδιο ισχύει για συντάξεις και άλλα επιδόματα, περιοδικά ή μη, που καταβάλλονται σύμφωνα με την κοινωνική νομοθεσία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους.

(β) Ωστόσο, τέτοιες συντάξεις φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν ο αποδέκτης είναι κάτοικος αυτού του Κράτους και εάν έχει την ιθαγένειά του.

  1. Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16 και 18 εφαρμόζονται σε αμοιβές ή συντάξεις που καταβάλλονται για υπηρεσίες που παρέχονται σε σχέση με βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα που ασκείται από ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη ή μία από τις πολιτικές υποδιαιρέσεις ή τις τοπικές αρχές του.

Άρθρο 20

Καθηγητές

Άτομο που είναι κάτοικος «ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στην αρχή της παραμονής του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος και το οποίο, μετά από «πρόσκληση της κυβέρνησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή πανεπιστημίου ή άλλου επίσημα αναγνωρισμένου εκπαιδευτικού ή ερευνητικού ιδρύματος αυτού άλλο Κράτος, διαμένει στο τελευταίο αυτό Κράτος κυρίως για σκοπούς «διδασκαλίας ή ενασχόλησης με έρευνα, ή για οποιονδήποτε από αυτούς τους σκοπούς, θα απαλλάσσεται από τη φορολογία στο τελευταίο αυτό Κράτος για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη από την ημερομηνία άφιξής του στο το εν λόγω κράτος λόγω της αμοιβής που εισπράττεται για τέτοιες διδακτικές ή ερευνητικές δραστηριότητες.

Άρθρο 21

Φοιτητές και Ασκούμενοι

  1. Ποσά που λαμβάνει «φοιτητής ή ασκούμενος που είναι, ή ήταν παλαιότερα, κάτοικος ενός « Συμβαλλόμενου Κράτους και που διαμένει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος με αποκλειστικό σκοπό «να συνεχίσει την εκπαίδευσή του ή την κατάρτισή του, για την κάλυψη της διατροφής του, «σπουδών ή τα έξοδα κατάρτισης δεν φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι «προέρχονται από πηγές εκτός αυτού του άλλου Κράτους. Το ίδιο ισχύει και για την αμοιβή που λαμβάνει ένας τέτοιος σπουδαστής ή ασκούμενος για εργασία που πραγματοποιείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου συνεχίζει τις σπουδές ή την εκπαίδευσή του, υπό τον όρο ότι η αμοιβή αυτή είναι απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του.

 

  1. Φοιτητής πανεπιστημίου ή άλλου ιδρύματος τριτοβάθμιας ή τεχνικής εκπαίδευσης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που ασκεί κερδοσκοπική δραστηριότητα στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αποκλειστικά για την απόκτηση πρακτικής εκπαίδευσης που σχετίζεται με τις σπουδές του δεν υπόκειται σε φόρο στο τελευταίο δηλώνει τις αποδοχές που καταβάλλονται για το σκοπό αυτό, υπό τον όρο ότι η διάρκεια της δραστηριότητας αυτής δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.

Άρθρο 22

Το εισόδημα δεν αναφέρεται ρητά

Στοιχεία εισοδήματος κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που δεν αναφέρονται ρητά στα προηγούμενα Άρθρα της παρούσας Σύμβασης μπορούν να φορολογούνται και στα δύο Κράτη.

Άρθρο 23

Τύχη

  1. Κεφάλαιο που αποτελείται από ακίνητη περιουσία, όπως «ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρ. 6, θα φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος όπου βρίσκεται τέτοια περιουσία.

 

  1. Κεφάλαιο που αποτελείται από κινητή περιουσία που αποτελεί μέρος των περιουσιακών στοιχείων μιας μόνιμης εγκατάστασης ή από κινητή περιουσία που αποτελεί σταθερή βάση που χρησιμοποιείται για την άσκηση επαγγελματία επιχειρήσεων φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η σταθερή βάση.

 

  1. Πλοία και αεροσκάφη που λειτουργούν σε διεθνείς μεταφορές και κινητή περιουσία που τους αφορά φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισης της «επιχείρησης».

 

  1. Όλα τα άλλα στοιχεία του κεφαλαίου «κάτοικου» ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

Άρθρο 24

Μέθοδοι για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας

  1. Όσον αφορά τη Βραζιλία, η διπλή φορολογία θα αποφεύγεται με τον ακόλουθο τρόπο:

(α) Όταν «κάτοικος Βραζιλίας λαμβάνει εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης μπορεί να φορολογηθεί στο Λουξεμβούργο, η Βραζιλία αφαιρεί από τον φόρο που επιβάλλει στο εισόδημα αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο με το «φόρο επί εισόδημα που καταβάλλεται στο Λουξεμβούργο ;

(β) Ωστόσο, το ποσό που αφαιρείται δεν μπορεί να υπερβαίνει το κλάσμα του φόρου εισοδήματος, που υπολογίστηκε πριν από την έκπτωση, που αντιστοιχεί στο φορολογητέο εισόδημα στο Λουξεμβούργο.

 

  1. Όσον αφορά το Λουξεμβούργο, η διπλή φορολογία αποφεύγεται με τον ακόλουθο τρόπο:

(α) Όπου «κάτοικος Λουξεμβούργου λαμβάνει εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο διαφορετικό από αυτό που αναφέρονται στα εδάφια β και γ παρακάτω, τα οποία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης μπορούν να φορολογηθούν στη Βραζιλία, το Λουξεμβούργο θα απαλλάξει από τον φόρο αυτό το εισόδημα ή κεφάλαιο, αλλά μπορεί, κατά τον υπολογισμό του ποσού του «φόρου στο υπόλοιπο εισόδημα ή κεφάλαιο τέτοιος κάτοικος, εφαρμόζουν τον ίδιο συντελεστή όπως εάν το εν λόγω εισόδημα ή κεφάλαιο δεν είχε εξαιρεθεί·

(β) Με την επιφύλαξη της ‘παραγράφου γ’ όταν «μια εταιρεία με έδρα Λουξεμβούργου κατέχει, από την αρχή του οικονομικού της έτους, σε συνεχή βάση, απευθείας κατοχή τουλάχιστον 25 τοις εκατό στο κεφάλαιο εταιρείας που εδρεύει στη Βραζιλία, το εισόδημα που προέρχεται από τέτοια συμμετοχή και Η εν λόγω συμμετοχή απαλλάσσεται από «φόρο στο Λουξεμβούργο. Η εξαίρεση ισχύει επίσης όταν οι σωρευτικές συμμετοχές πολλών εταιρειών που εδρεύουν σε εταιρείες που εδρεύουν στο Λουξεμβούργο φθάνουν τουλάχιστον το ένα τέταρτο του κεφαλαίου της εταιρείας που εδρεύει στη Βραζιλία και ότι μία από τις εταιρείες που εδρεύουν στο Λουξεμβούργο έχει σε καθεμία από τις άλλες εταιρείες που εδρεύουν στο Λουξεμβούργο και εδρεύουν στο Λουξεμβούργο συμμετοχή άνω του 50 τοις εκατό.

(γ) Όταν «κάτοικος Λουξεμβούργου λαμβάνει εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10, παράγραφος 2, l «άρθρο 11, παράγραφοι 2 και 3, εδάφιο γ, 1» άρθρο 12, παράγραφος 2, του άρθρου 13, παράγραφος 1. και 3, και των άρθρων 14, 16, 17, 18 και 22, μπορεί να φορολογούνται στη Βραζιλία, το Λουξεμβούργο αφαιρεί από το φόρο εισοδήματος που επιβάλλει στο εισόδημα αυτού του κατοίκου ένα ποσό ίσο με το «φόρο που καταβάλλεται στη Βραζιλία. Το ποσό που αφαιρείται με αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί, ωστόσο, να υπερβαίνει το κλάσμα του φόρου l, που υπολογίστηκε πριν από την έκπτωση, που αντιστοιχεί στο εισόδημα που λαμβάνεται από τη Βραζιλία.

(δ) Για τους σκοπούς του «καταλογισμού που προβλέπεται στο εδάφιο (γ) ανωτέρω, ο «φόρος της Βραζιλίας θα θεωρείται πάντα ότι έχει επιβληθεί:

1. σε ποσοστό 25 τοις εκατό σε σχέση με μερίσματα άλλα από αυτά που αναφέρονται στην «παράγραφο β’·

2. με επιτόκιο 20 τοις εκατό σε σχέση με τους τόκους·

3. σε ποσοστό 25 τοις εκατό ως προς τα δικαιώματα που αναφέρονται στο «άρθρο 12 παρ. εδάφιο β.

Άρθρο 25

Μη διάκριση

  1. Οι υπήκοοι «ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε φόρο ή πιο επαχθή από εκείνους στους οποίους οι υπήκοοι αυτού του άλλου Κράτους είναι ή μπορεί να είναι υπήκοοι αυτού του άλλου Κράτους που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.

 

  1. Η «επιβολή μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα είναι εγκατεστημένη σε αυτό το άλλο Κράτος με τρόπο λιγότερο ευνοϊκό από τη φορολογία των επιχειρήσεων αυτού του άλλου Κράτους που ασκούν την ίδια δραστηριότητα.

Αυτή η διάταξη δεν θα ερμηνεύεται ότι απαιτεί από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί στους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους τις προσωπικές εκπτώσεις, επιδόματα και μειώσεις φόρου βάσει της οικογενειακής κατάστασης ή της εξάρτησης που χορηγεί στους κατοίκους του.

 

  1. Επιχειρήσεις ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, το κεφάλαιο του οποίου ανήκει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, άμεσα ή ανήκει ή ελέγχεται από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, δεν θα είναι το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, δεν θα υπόκεινται στο προαναφερθέν Συμβαλλόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε απαίτηση που συνδέεται με αυτήν που είναι διαφορετική ή από αυτήν στην οποία υπόκεινται ή ενδέχεται να υπόκεινται άλλες επιχειρήσεις του ίδιου είδους στο προαναφερθέν Κράτος. άλλες επιχειρήσεις του ίδιου είδους στο προαναφερθέν κράτος.

 

  1. Ο όρος «φορολογία» στο παρόν άρθρο σημαίνει φόρους κάθε είδους και περιγραφής.

 

Άρθρο 26

Φιλική διαδικασία

  1. Όταν ένας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών ή καθενός από τα δύο Κράτη έχουν ως αποτέλεσμα ή θα οδηγήσουν σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνη με Σύμβαση, μπορεί, ανεξάρτητα από τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών Κράτη, υποβάλλει την υπόθεσή του στην αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος.

 

  1. Η εν λόγω αρμόδια αρχή καταβάλλει προσπάθειες, εάν ο ισχυρισμός της φαίνεται βάσιμος και εάν η ίδια δεν είναι σε θέση «η ίδια δεν είναι σε θέση να επιφέρει ικανοποιητική λύση, να διευθετήσει το ζήτημα μέσω φιλικής συμφωνίας με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, με σκοπό την «αποφυγή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνα με τη Σύμβαση.

 

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα προσπαθήσουν, με αμοιβαία συμφωνία, να επιλύσουν οποιεσδήποτε δυσκολίες ή αμφιβολίες που μπορεί να προκαλέσει η ερμηνεία ή η εφαρμογή της Σύμβασης. Μπορούν επίσης να διαβουλεύονται από κοινού για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται στη Σύμβαση.

 

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών μπορούν να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας όπως περιγράφεται στις προηγούμενες παραγράφους. Εάν μια προφορική ανταλλαγή απόψεων φαίνεται να διευκολύνει μια τέτοια συμφωνία, αυτές οι ανταλλαγές απόψεων μπορούν να πραγματοποιηθούν σε μια Επιτροπή που αποτελείται από εκπροσώπους των αρμόδιων αρχών των Συμβαλλόμενων Κρατών.

Άρθρο 27

Ανταλλαγή Πληροφοριών

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και των εσωτερικών νόμων των Συμβαλλόμενων Κρατών σχετικά με τους φόρους που καλύπτονται από τη Σύμβαση στο βαθμό που η φορολογία σύμφωνα με αυτήν είναι σύμφωνη με τη Σύμβαση. Οποιεσδήποτε πληροφορίες ανταλλάσσονται κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αντιμετωπίζονται ως μυστικές και μπορούν να κοινοποιηθούν μόνο σε πρόσωπα ή αρχές που είναι υπεύθυνες για τον υπολογισμό ή την είσπραξη φόρων που καλύπτονται από την παρούσα Σύμβαση.

 

  1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 σε καμία περίπτωση δεν θα ερμηνευθούν ότι επιβάλλουν σε ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη την «υποχρέωση:

(α) να προβεί σε διοικητικές ρυθμίσεις σε αντίθεση με τη δική του νομοθεσία ή διοικητική πρακτική ή με εκείνες του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

(β) να παρέχει πληροφορίες που δεν μπορούσαν να ληφθούν σύμφωνα με τους δικούς της νόμους ή στο πλαίσιο της συνήθους διοικητικής πρακτικής του ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

(γ) να διαβιβάσει τις πληροφορίες που θα αποκάλυπταν οποιοδήποτε εμπορικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή οποιαδήποτε πληροφορία η αποκάλυψη των οποίων θα ήταν αντίθετη προς το κοινό.

Άρθρο 28

Διπλωμάτες και διεθνείς οργανισμοί

  1. Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν επηρεάζουν τα φορολογικά προνόμια διπλωματικών ή προξενικών αξιωματούχων διπλωματικών ή προξενικών υπαλλήλων είτε βάσει των γενικών κανόνων του δικαίου των εθνών είτε των διατάξεων των εθνών είτε βάσει των διατάξεων ειδικών συμφωνιών.

 

  1. Η Σύμβαση δεν εφαρμόζεται σε διεθνείς οργανισμούς, στα όργανα και στελέχη τους, ή σε πρόσωπα στα οποία, λόγω της συμμετοχής τους σε τέτοιους οργανισμούς, έχουν χορηγηθεί φορολογικά προνόμια, πρόσωπα τα οποία, ως μέλη διπλωματικών ή προξενικών αποστολών τρίτων κρατών, είναι παρόντα σε συμβόλαιο που βρίσκονται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και δεν θεωρούνται κάτοικοι κανενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη για τους σκοπούς των φόρων εισοδήματος και κεφαλαίου.

Άρθρο 29

Μέθοδοι Εφαρμογής

Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής της Σύμβασης και κοινοποιούν μεταξύ τους τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της Σύμβασης και επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους για την «εφαρμογή της Σύμβασης».

Άρθρο 30

Εναρξη ισχύος

  1. Η παρούσα σύμβαση θα επικυρωθεί και τα έγγραφα επικύρωσης θα ανταλλάσσονται στη Μπραζίλια το συντομότερο δυνατό.

 

  1. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ με την «ανταλλαγή των εγγράφων επικύρωσης και οι διατάξεις της θα εφαρμοστούν για πρώτη φορά:

(α) όσον αφορά τους φόρους που εισπράττονται υπό μορφή παρακράτησης, σε ποσά που καταβλήθηκαν ή διατέθηκαν την ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση και θα τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία·

(β) όσον αφορά άλλους φόρους που αποτελούν μέρος της παρούσας Σύμβασης, για τις φορολογικές περιόδους που ξεκινούν την ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση·

Άρθρο 31

Καταγγελία

  1. Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει σε ισχύ επ’ αόριστον. Ωστόσο, κάθε Κράτος δύναται, με προειδοποίηση έξι μηνών, γνωστοποιούμενη γραπτώς μέσω της διπλωματικής οδού, να το καταγγείλει έως το τέλος ενός ημερολογιακού έτους, που αρχίζει από το τρίτο έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

 

  1. Στην περίπτωση αυτή, η Σύμβαση θα εφαρμοστεί για τελευταία φορά:

(α) όσον αφορά τους φόρους που εισπράττονται υπό μορφή παρακράτησης, σε ποσά που καταβλήθηκαν ή διατέθηκαν πριν από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο θα έχει δοθεί η ειδοποίηση καταγγελίας·

(β) όσον αφορά άλλους φόρους που αποτελούν μέρος της παρούσας Σύμβασης, για τις φορολογικές περιόδους που ξεκινούν το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο θα έχει δοθεί η ειδοποίηση τερματισμού. Σε πίστωση των ανωτέρω, οι πληρεξούσιοι των δύο Κρατών υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση και έθεσαν σ’ αυτήν τη σφραγίδα τους. Έγινε στο Λουξεμβούργο, στις 8 Νοεμβρίου 1978, σε δύο πρωτότυπα, ένα στη γαλλική και ένα στην πορτογαλική γλώσσα, και τα δύο είναι εξίσου αυθεντικά.

Πορτογαλική γλώσσα, και τα δύο είναι εξίσου αυθεντικά.