Επιλογή Σελίδας

ΣΥΜΦΩΝΙΑ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΙΓΚΑΠΟΥΡΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΣΕ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Η κυβέρνηση του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης,

Επιθυμώντας τη σύναψη Συμφωνίας για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας και την Πρόληψη της Δημοσιονομικής Διαφυγής όσον αφορά τους Φόρους Εισοδήματος και Κεφαλαίου,]

συμφώνησαν ως εξής:

Άρθρο 1

Καλυπτόμενα Πρόσωπα

Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται σε πρόσωπα που είναι κάτοικοι ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών.

 

Άρθρο 2

Φόροι που καλύπτονται

  1. Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου που επιβάλλονται για λογαριασμό ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή των τοπικών του αρχών, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλονται.
  1. Ως φόροι εισοδήματος και κεφαλαίου θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα, στο συνολικό κεφάλαιο ή σε στοιχεία εισοδήματος ή κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων επί των κερδών από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας.
  1. Οι υφιστάμενοι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η Συμφωνία είναι ειδικότερα:

(α) στη Σιγκαπούρη:

(i) ο φόρος εισοδήματος

(εφεξής «φόρος Σιγκαπούρης»)·

β) στο Λουξεμβούργο:

(i) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων (l’impôt sur le revenu des personnes physiques)·

(ii) ο εταιρικός φόρος (l’impôt sur le revenu des collectivités)·

(iii) ο κεφαλικός φόρος (l’impôt sur la fortune)· και

(iv) τον κοινοτικό φόρο εμπορίου (l’impôt trade communal)·

(εφεξής «φόρος Λουξεμβούργου»)

  1. Η Συμφωνία θα ισχύει επίσης για οποιουσδήποτε πανομοιότυπους ή ουσιαστικά παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται μετά την ημερομηνία υπογραφής της Συμφωνίας επιπλέον ή αντί των υφιστάμενων φόρων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα κοινοποιούν η μία την άλλη για οποιεσδήποτε σημαντικές αλλαγές έχουν γίνει στη φορολογική τους νομοθεσία.

 

Άρθρο 3

Γενικοί ορισμοί

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, εκτός εάν το κείμενο απαιτεί διαφορετικά: (α) ο όρος «Σιγκαπούρη» σημαίνει τη Δημοκρατία της Σιγκαπούρης και, όταν χρησιμοποιείται με γεωγραφική έννοια, περιλαμβάνει το χερσαίο έδαφος, τα εσωτερικά ύδατα και τα χωρικά της ύδατα, καθώς και οποιαδήποτε θαλάσσια περιοχή που βρίσκεται πέρα από τη χωρική θάλασσα, η οποία έχει ή θα μπορούσε στο μέλλον να χαρακτηριστεί σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ως περιοχή εντός της οποίας η Σιγκαπούρη μπορεί να ασκήσει κυριαρχικά δικαιώματα ή δικαιοδοσία όσον αφορά τη θάλασσα, τον πυθμένα της θάλασσας , το υπέδαφος και οι φυσικοί πόροι.

β) ο όρος «Λουξεμβούργο» σημαίνει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και, όταν χρησιμοποιείται με γεωγραφική έννοια, σημαίνει το έδαφος του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου·

(γ) ο όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει ένα φυσικό πρόσωπο, μια εταιρεία και οποιοδήποτε άλλο σώμα προσώπων·

(δ) ο όρος «εταιρεία» σημαίνει κάθε εταιρικό φορέα ή οποιαδήποτε οντότητα που αντιμετωπίζεται ως εταιρικό σώμα για φορολογικούς σκοπούς·

(ε) οι όροι «επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους» και «επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους» σημαίνουν αντίστοιχα μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.

(στ) ο όρος «διεθνής κυκλοφορία» σημαίνει κάθε μεταφορά με πλοίο ή αεροσκάφος που εκμεταλλεύεται επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, εκτός εάν το πλοίο ή το αεροσκάφος εκμεταλλεύεται αποκλειστικά μεταξύ τόπων στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος.

ζ) ο όρος «αρμόδια αρχή» σημαίνει:

(i) στη Σιγκαπούρη, τον Υπουργό Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του·

(ii) στο Λουξεμβούργο, τον Υπουργό Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του·

(η) ο όρος «υπήκοος», σε σχέση με ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, σημαίνει:

(i) κάθε άτομο που έχει την ιθαγένεια ή την ιθαγένεια αυτού του Συμβαλλόμενου Κράτους· και

(ii) κάθε νομικό πρόσωπο, εταιρική σχέση ή ένωση που αντλεί την ιδιότητά του ως τέτοια από τους νόμους που ισχύουν σε αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος.

  1. Όσον αφορά την εφαρμογή της Συμφωνίας ανά πάσα στιγμή από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται σε αυτήν, θα έχει, εκτός εάν το κείμενο απαιτεί διαφορετικά, την έννοια που είχε εκείνη τη στιγμή σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του Κράτους για τους σκοπούς των φόρων την οποία εφαρμόζεται η Συμφωνία, οποιαδήποτε έννοια σύμφωνα με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία αυτού του Κράτους υπερισχύει της έννοιας που αποδίδεται στον όρο σύμφωνα με άλλους νόμους αυτού του Κράτους.

 

Άρθρο 4

Κάτοικος

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος «κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους» σημαίνει κάθε πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό λόγω της κατοικίας, της κατοικίας, του τόπου διεύθυνσής του ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου παρόμοιας φύσης, και περιλαμβάνει επίσης το εν λόγω κράτος και οποιαδήποτε τοπική αρχή ή θεσμικό όργανό του.
  1. Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε η ιδιότητά του καθορίζεται ως εξής:

(α) θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει στη διάθεσή του μόνιμη κατοικία· εάν έχει στη διάθεσή του μόνιμη κατοικία και στα δύο Κράτη, θα θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους με το οποίο είναι στενότερες οι προσωπικές και οικονομικές του σχέσεις (κέντρο ζωτικών συμφερόντων).

(β) εάν το κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δεν μπορεί να προσδιοριστεί ή εάν δεν έχει μόνιμη κατοικία στη διάθεσή του σε κανένα από τα δύο Κράτη, θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει μια συνήθης διαμονή?

(γ) εάν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Κράτη ή σε κανένα από αυτά, θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος·

(δ) σε κάθε άλλη περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα διευθετήσουν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

  1. Εάν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα πρόσωπο διαφορετικό από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισής του. Εάν ο τόπος της πραγματικής διαχείρισής του δεν μπορεί να προσδιοριστεί, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα διευθετήσουν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

 

Άρθρο 5

Μόνιμη εγκατάσταση

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» σημαίνει έναν σταθερό τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω του οποίου διεξάγονται οι εργασίες μιας επιχείρησης εν όλω ή εν μέρει.
  1. Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει ιδίως:

(α) τόπος διαχείρισης·

(β) ένα υποκατάστημα·

(γ) ένα γραφείο·

(δ) ένα εργοστάσιο·

(ε) ένα εργαστήριο· και

(στ) ορυχείο, πηγάδι πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποιοσδήποτε άλλος τόπος εξόρυξης φυσικών πόρων.

  1. Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει επίσης:

(α) ένα εργοτάξιο, ένα έργο κατασκευής, συναρμολόγησης, εγκατάστασης ή βυθοκόρησης ή εποπτικές δραστηριότητες σε σχέση με αυτό, αλλά μόνο εάν ένα τέτοιο εργοτάξιο, έργο ή δραστηριότητες διαρκούν περισσότερο από 12 μήνες·

(β) η παροχή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των συμβουλευτικών υπηρεσιών, από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους μέσω υπαλλήλων ή άλλου προσωπικού που προσλαμβάνει η επιχείρηση για τον σκοπό αυτό, αλλά μόνο εάν οι δραστηριότητες αυτής της φύσης συνεχίζονται (για το ίδιο ή συνδεδεμένο έργο) εντός το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που αθροίζονται πάνω από 365 ημέρες σε οποιαδήποτε περίοδο 15 μηνών.

  1. [Modified by paragraph 3 of Article 13 of the MLI] [Με την επιφύλαξη των προηγούμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

    (α) τη χρήση εγκαταστάσεων αποκλειστικά για σκοπούς αποθήκευσης, έκθεσης ή παράδοσης αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση·

    (β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά για σκοπούς αποθήκευσης, έκθεσης ή παράδοσης·

    (γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά για σκοπούς επεξεργασίας από άλλη επιχείρηση·

    (δ)τη διατήρηση ενός σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για το σκοπό της αγοράς αγαθών ή εμπορευμάτων ή για τη συλλογή πληροφοριών, για την επιχείρηση·

    (ε) η διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για το σκοπό της άσκησης, για την επιχείρηση, οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας προπαρασκευαστικού ή βοηθητικού χαρακτήρα·

    στ) η διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για οποιονδήποτε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε), υπό τον όρο ότι η συνολική δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας που προκύπτει από αυτή τη συνένωση έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα .]

    Η ακόλουθη παράγραφος 3 του άρθρου 13 του MLI αντικαθιστά την παράγραφο 4 του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας:

    ΑΡΘΡΟ 13 ΤΟΥ MLI – ΤΕΧΝΗ ΑΠΟΦΥΓΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

    (Επιλογή Β)

    Παρά[Article 5 of the Agreement] , ο όρος “μόνιμη εγκατάσταση” θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

    1. α) τις δραστηριότητες που αναφέρονται συγκεκριμένα στο [paragraph 4 of Article 5 of the Agreement] ως δραστηριότητες που θεωρείται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση, είτε αυτή η εξαίρεση από το καθεστώς της μόνιμης εγκατάστασης εξαρτάται είτε όχι από το ότι η δραστηριότητα έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα, εκτός εάν [the provision] ορίζει ρητά ότι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα θεωρείται ότι δεν συνιστά μόνιμη εγκατάσταση υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα·
    1. β) η διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για το σκοπό της άσκησης, για την επιχείρηση, οποιασδήποτε δραστηριότητας που δεν περιγράφεται στην υποπαράγραφο α), υπό την προϋπόθεση ότι η δραστηριότητα αυτή έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα·
    1. γ) τη διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για οποιονδήποτε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα εδάφια α) και β), υπό την προϋπόθεση ότι η συνολική δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας που προκύπτει από τη συνένωση αυτή έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα.
    1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, όταν ένα πρόσωπο – εκτός από αντιπρόσωπος ανεξάρτητου καθεστώτος στον οποίο εφαρμόζεται η παράγραφος 6 – ενεργεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης και έχει, και ασκεί συνήθως, σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την εξουσία να συνάπτει συμβάσεις στο όνομα της επιχείρησης, η επιχείρηση αυτή θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο Κράτος αυτό σε σχέση με οποιεσδήποτε δραστηριότητες που αναλαμβάνει αυτό το πρόσωπο για την επιχείρηση, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτού του προσώπου περιορίζονται σε εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, οι οποίες, εάν που ασκείται μέσω σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν θα καθιστούσε αυτόν τον σταθερό τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας μόνιμη εγκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου.
    1. Μια επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος απλώς και μόνο επειδή ασκεί εργασίες σε αυτό το Κράτος μέσω μεσίτη, γενικού αντιπροσώπου προμήθειας ή οποιουδήποτε άλλου αντιπροσώπου ανεξάρτητου καθεστώτος, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά ενεργούν κατά τη συνήθη πορεία της επιχείρησής τους.
    1. Το γεγονός ότι μια εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από μια εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους ή η οποία ασκεί δραστηριότητες σε αυτό το άλλο Κράτος (είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο), θα δεν αποτελεί από μόνη της καμία εταιρεία μόνιμη εγκατάσταση της άλλης.

     

    Άρθρο 6

    Εισόδημα από ακίνητη περιουσία

    1. Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος από τη γεωργία ή τη δασοκομία) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
    1. Ο όρος «ακίνητη περιουσία» θα έχει την έννοια που έχει σύμφωνα με το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω περιουσία. Ο όρος θα περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, περιουσία που συνδέεται με ακίνητη περιουσία, ζωικό κεφάλαιο και εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στη γεωργία και τη δασοκομία, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δικαίου περί γαιοκτησίας, επικαρπία ακίνητης περιουσίας και δικαιώματα σε μεταβλητές ή πάγιες πληρωμές ως αντάλλαγμα για τη λειτουργία ή το δικαίωμα στην εργασία κοιτασμάτων ορυκτών, πηγών και άλλων φυσικών πόρων· πλοία, σκάφη και αεροσκάφη δεν θεωρούνται ακίνητη περιουσία.
    1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται στο εισόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση, μίσθωση ή χρήση σε οποιαδήποτε άλλη μορφή ακίνητης περιουσίας.
    1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 εφαρμόζονται επίσης στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία μιας επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται για την παροχή ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών.

     

    Άρθρο 7

    Επιχειρηματικά κέρδη

    1. Τα κέρδη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί. Εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες όπως προαναφέρθηκε, τα κέρδη της επιχείρησης μπορούν να φορολογηθούν στο άλλο Κράτος αλλά μόνο όσο από αυτά αποδίδεται σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση.
    1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, όταν μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ασκεί δραστηριότητες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, σε κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα αποδίδονται σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση τα κέρδη που θα μπορούσε να αναμένεται να προσδιορίζει εάν επρόκειτο για μια ξεχωριστή και χωριστή επιχείρηση που ασκεί τις ίδιες ή παρόμοιες δραστηριότητες υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και συναλλάσσεται εντελώς ανεξάρτητα με την επιχείρηση της οποίας είναι μόνιμη εγκατάσταση.
    1. Κατά τον καθορισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης, επιτρέπονται ως εκπτώσεις οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των εκτελεστικών και γενικών διοικητικών εξόδων που πραγματοποιήθηκαν με αυτόν τον τρόπο, είτε στο κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού.
    1. Στο βαθμό που συνηθίζεται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να καθορίζονται τα κέρδη που πρέπει να αποδοθούν σε μόνιμη εγκατάσταση με βάση τον επιμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα μέρη της, τίποτα στην παράγραφο 2 δεν εμποδίζει αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος να καθορίσει τα κέρδη που θα φορολογηθούν με μια τέτοια κατανομή που μπορεί να είναι συνηθισμένη· Ωστόσο, η μέθοδος κατανομής που υιοθετείται πρέπει να είναι τέτοια ώστε το αποτέλεσμα να είναι σύμφωνο με τις αρχές που περιέχονται στο παρόν άρθρο.
    1. Κανένα κέρδος δεν θα αποδίδεται σε μια μόνιμη εγκατάσταση λόγω απλής αγοράς από αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση αγαθών ή εμπορευμάτων για την επιχείρηση.
    1. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση προσδιορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο, εκτός εάν υπάρχει βάσιμος και επαρκής λόγος για το αντίθετο.
    1. Όταν τα κέρδη περιλαμβάνουν στοιχεία εισοδήματος που αντιμετωπίζονται χωριστά σε άλλα Άρθρα της παρούσας Συμφωνίας, τότε οι διατάξεις των άρθρων αυτών δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

     

    Άρθρο 8

    Ναυτιλία και Αεροπορικές Μεταφορές

    1. Κέρδη που προέρχονται από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από τη λειτουργία πλοίων ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
    1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν επίσης για τα κέρδη από τη συμμετοχή σε κοινοπραξία, κοινή επιχείρηση ή διεθνή οργανισμό λειτουργίας.
    1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κέρδη από τη λειτουργία πλοίων ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές περιλαμβάνουν:

    (α) κέρδη από την ενοικίαση πλοίων ή αεροσκαφών χωρίς σκάφος·

    β) κέρδη από τη χρήση, τη συντήρηση ή την ενοικίαση εμπορευματοκιβωτίων (συμπεριλαμβανομένων των ρυμουλκούμενων και του συναφούς εξοπλισμού για τη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων), που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αγαθών ή εμπορευμάτων· και

    γ) τόκους από κεφάλαια που συνδέονται με τις λειτουργίες πλοίων ή αεροσκαφών· όταν αυτή η ενοικίαση ή τέτοια χρήση, συντήρηση ή μίσθωση, ή τέτοιο συμφέρον, ανάλογα με την περίπτωση, είναι συμπτωματικά με τη λειτουργία πλοίων ή αεροσκαφών στη διεθνή κυκλοφορία

    Άρθρο 9

    Συνδεδεμένες επιχειρήσεις

    1. Που

    (α) μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή

    (β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους,

    και σε κάθε περίπτωση δημιουργούνται ή επιβάλλονται όροι μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορικές ή οικονομικές τους σχέσεις που διαφέρουν από εκείνους που θα πραγματοποιούνταν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε τυχόν κέρδη που, αλλά για αυτούς τους όρους, θα προέκυπταν σε μία από τις επιχειρήσεις, αλλά, λόγω αυτών των συνθηκών, δεν έχουν συσσωρευθεί, μπορούν να συμπεριληφθούν στα κέρδη αυτής της επιχείρησης και να φορολογηθούν αναλόγως.

    1. [Αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 17 του ΜΚΙ] [Όταν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος περιλαμβάνει στα κέρδη μιας επιχείρησης αυτού του Κράτους – και αναλόγως φόρους – κέρδη στα οποία μια επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους έχει φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος και τα κέρδη που περιλαμβάνονται σε αυτό είναι κέρδη που θα είχαν δεδουλευμένων στην επιχείρηση του πρώτου αναφερόμενου Κράτους, εάν οι όροι που τέθηκαν μεταξύ των δύο επιχειρήσεων ήταν αυτοί που θα είχαν επιβληθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτό το άλλο Κράτος θα προβεί σε κατάλληλη προσαρμογή στο ποσό του φόρου που επιβαρύνει σε αυτούς που έχουν συμφωνηθεί κέρδη. Κατά τον καθορισμό αυτής της προσαρμογής, θα ληφθούν δεόντως υπόψη οι άλλες διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα διαβουλεύονται μεταξύ τους, εάν χρειαστεί.

      Η ακόλουθη παράγραφος 1 του άρθρου 17 του MLI αντικαθιστά την παράγραφο 2 του άρθρου 9 της παρούσας συμφωνίας:

      ΑΡΘΡΟ 17 ΤΟΥ MLI – ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ

      Οπου ένας [Contracting State] περιλαμβάνει στα κέρδη μιας επιχείρησης αυτού [Contracting State] – και φόροι αναλόγως – κέρδη επί των οποίων μια επιχείρηση του άλλου [Contracting State] έχει επιβαρυνθεί με φόρο σε εκείνο το άλλο [Contracting State] και τα κέρδη που περιλαμβάνονται είναι κέρδη που θα είχαν προκύψει στην επιχείρηση του πρώτου αναφερόμενου [Contracting State] εάν οι όροι που τέθηκαν μεταξύ των δύο επιχειρήσεων ήταν αυτοί που θα είχαν τεθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτή η άλλη [Contracting State] θα προβεί σε κατάλληλη προσαρμογή στο ποσό του φόρου που επιβαρύνει τα κέρδη αυτά. Κατά τον καθορισμό αυτής της προσαρμογής, θα ληφθούν δεόντως υπόψη οι άλλες διατάξεις του[the Agreement] και οι αρμόδιες αρχές της[Contracting States] εάν χρειάζεται, θα διαβουλεύονται μεταξύ τους.

       

      Άρθρο 10

      Μερίσματα

      1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, εάν ο αποδέκτης είναι ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων, φορολογούνται μόνο σε αυτό το άλλο Κράτος. Η παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει τη φορολογία της εταιρείας σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.
      1. Ο όρος «μερίσματα» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει εισόδημα από μετοχές, μετοχές «jouissance» ή δικαιώματα «jouissance», μετοχές εξόρυξης, ιδρυτικές μετοχές ή άλλα δικαιώματα, που δεν είναι απαιτήσεις από οφειλές, συμμετοχή σε κέρδη, καθώς και έσοδα από άλλα εταιρικά δικαιώματα που υπόκεινται στην ίδια φορολογική μεταχείριση με το εισόδημα από μετοχές από τη νομοθεσία του Κράτους του οποίου είναι κάτοικος η εταιρεία που κάνει τη διανομή.
      1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων, όντας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του οποίου είναι η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί, ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται σε αυτό, και η συμμετοχή για την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, κατά περίπτωση.
      1. Όταν μια εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά κέρδη ή εισόδημα από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, αυτό το άλλο Κράτος δεν μπορεί να επιβάλει κανένα φόρο στα μερίσματα που καταβάλλονται από την εταιρεία, εκτός εάν τα μερίσματα αυτά καταβάλλονται σε κάτοικο αυτού του άλλου κράτος ή εφόσον η συμμετοχή για την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση που βρίσκεται σε αυτό το άλλο Κράτος, ούτε υπόκειται σε φόρο επί των αδιανέμητων κερδών της εταιρείας, ακόμη και αν τα μερίσματα τα καταβληθέντα ή τα αδιανέμητα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή έσοδα που προκύπτουν σε αυτό το άλλο Κράτος.

       

      Άρθρο 11

      Ενδιαφέρον

      1. Τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και ανήκουν σε πραγματικό κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Ο όρος «τόκοι» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει εισόδημα από οφειλές κάθε είδους, είτε είναι εξασφαλισμένες είτε όχι με υποθήκη και φέρουν ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, και ειδικότερα, εισόδημα από κρατικούς τίτλους και εισοδήματα από ομόλογα ή ομόλογα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων και των βραβείων που συνδέονται με τέτοιους τίτλους, ομόλογα ή ομόλογα. Τα πρόστιμα για καθυστερημένη πληρωμή δεν θεωρούνται τόκοι για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
      1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, ή δραστηριοποιείται σε αυτό το άλλο Κρατήστε ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί και η απαίτηση χρέους για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, κατά περίπτωση.
      1. Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του πληρωτή και του πραγματικού δικαιούχου ή μεταξύ των δύο αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπόψη της οφειλής για την οποία καταβάλλεται, υπερβαίνει το ποσό που θα είχε που έχει συμφωνηθεί από τον πληρωτή και τον πραγματικό δικαιούχο ελλείψει τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο ποσό. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών θα παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη των άλλων διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.

       

      Άρθρο 12

      Δικαιώματα

      1. Δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Ωστόσο, τέτοια δικαιώματα μπορούν επίσης να φορολογηθούν στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά εάν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται έτσι δεν θα υπερβαίνει τους 7 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμάτων.
      1. Ο όρος «δικαιώματα» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει πληρωμές οποιουδήποτε είδους που λαμβάνονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου, συμπεριλαμβανομένων ταινιών κινηματογράφου ή ταινιών ή κασετών που χρησιμοποιούνται για ραδιόφωνο ή τηλεοπτική μετάδοση, οποιοδήποτε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, εμπορικό σήμα, σχέδιο ή μοντέλο, σχέδιο, μυστική φόρμουλα ή διαδικασία ή για πληροφορίες που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία.
      1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό, ή ασκεί ότι άλλες ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες του Κράτους από μια σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί και το δικαίωμα ή η περιουσία για την οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, κατά περίπτωση.
      1. Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο πληρωτής είναι κάτοικος αυτού του Κράτους. Όταν, ωστόσο, το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, είτε είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους είτε όχι, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση σε σχέση με την οποία γεννήθηκε η υποχρέωση καταβολής των δικαιωμάτων, και τέτοια δικαιώματα βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή τη σταθερή βάση, τότε τα δικαιώματα αυτά θεωρούνται ότι προκύπτουν στο κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η σταθερή βάση.
      1. Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του πληρωτή και του πραγματικού δικαιούχου ή μεταξύ των δύο αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των δικαιωμάτων, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης, του δικαιώματος ή των πληροφοριών για τις οποίες καταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό που θα είχε συμφωνηθεί από τον πληρωτή και τον πραγματικό δικαιούχο ελλείψει τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο για το τελευταίο ποσό. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών θα παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη των άλλων διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.

       

      Άρθρο 13

      Κέρδη κεφαλαίου

      1. Κέρδη που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο Άρθρο 6 και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Κέρδη από την εκποίηση κινητής περιουσίας που αποτελεί μέρος της επιχειρηματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε σταθερή βάση διαθέσιμη σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Το Συμβαλλόμενο Κράτος για το σκοπό της παροχής ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων τέτοιων κερδών από την αποξένωση μιας τέτοιας μόνιμης εγκατάστασης (μόνο ή με ολόκληρη την επιχείρηση) ή μιας τέτοιας σταθερής βάσης, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Κέρδη που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που λειτουργούν σε διεθνείς μεταφορές, ή κινητής περιουσίας που σχετίζεται με τη λειτουργία τέτοιων πλοίων ή αεροσκαφών, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
      1. Τα κέρδη από την εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από αυτή που αναφέρεται στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου είναι κάτοικος ο εκποιητής.

       

      Άρθρο 14

      Ανεξάρτητες Προσωπικές Υπηρεσίες

      1. Εισόδημα που αποκτάται από φυσικό πρόσωπο που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για επαγγελματικές υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες ανεξάρτητου χαρακτήρα φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις, όταν το εισόδημα αυτό μπορεί επίσης να φορολογηθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος :

      (α) εάν έχει σταθερή βάση τακτικά στη διάθεση του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τους σκοπούς της άσκησης των δραστηριοτήτων του· Στην περίπτωση αυτή, μόνο το μέρος του εισοδήματος που αποδίδεται σε αυτή τη σταθερή βάση μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. ή

      (β) εάν η παραμονή του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος είναι για περίοδο ή περιόδους που υπερβαίνουν συνολικά τις 365 ημέρες σε οποιαδήποτε περίοδο 15 μηνών· Στην περίπτωση αυτή, μόνο το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από τις δραστηριότητές του που ασκούνται σε αυτό το άλλο Κράτος μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

      1. Ο όρος «επαγγελματικές υπηρεσίες» περιλαμβάνει ιδιαίτερα ανεξάρτητες επιστημονικές, λογοτεχνικές, καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες καθώς και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.

      Άρθρο 15

      Εξαρτημένες Προσωπικές Υπηρεσίες

      1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18 και 19, μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που αποκτώνται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εργασία φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός εάν η απασχόληση ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. Εάν η απασχόληση ασκείται με αυτόν τον τρόπο, η αμοιβή που προκύπτει από αυτήν μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, η αμοιβή που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εργασία που ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται μόνο στο προαναφερόμενο Κράτος εάν:

      (α) ο αποδέκτης είναι παρών στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες σε οποιαδήποτε δωδεκάμηνη περίοδο που αρχίζει ή λήγει το οικείο ημερολογιακό έτος· και

      (β) η αμοιβή καταβάλλεται από, ή για λογαριασμό, εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους· και

      γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση που έχει ο εργοδότης στο άλλο κράτος.

      1. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, η αμοιβή που αποκτάται σε σχέση με μια απασχόληση που ασκείται σε πλοίο ή αεροσκάφος που λειτουργεί σε διεθνείς μεταφορές από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος. Ωστόσο, εάν η αμοιβή προέρχεται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, μπορεί επίσης να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

       

      Άρθρο 16

      Αμοιβή συμβούλων

      Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που προέρχονται από κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους με την ιδιότητά του ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου εταιρείας που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορεί να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

       

      Άρθρο 17

      Καλλιτέχνες και Αθλητές

      1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15, εισόδημα που προέρχεται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ως ψυχαγωγός, όπως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης, ή μουσικός ή ως αθλητής, από τις προσωπικές του δραστηριότητες που ασκεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Όταν το εισόδημα από ή σε σχέση με προσωπικές δραστηριότητες που ασκεί ένας διασκεδαστής ή ένας αθλητής δεν περιέρχεται στον ίδιο τον ψυχαγωγό ή τον αθλητή αλλά σε άλλο πρόσωπο, το εισόδημα αυτό μπορεί, παρά τις διατάξεις των άρθρων 7, 14 και 15, να φορολογηθεί στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του καλλιτέχνη ή του αθλητή.
      1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται σε εισόδημα που προέρχεται από δραστηριότητες που ασκούνται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος από καλλιτέχνη ή αθλητή, εάν η επίσκεψη στο Κράτος αυτό υποστηρίζεται εξ ολοκλήρου ή κυρίως από δημόσιους πόρους του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών ή τοπικών αρχές ή θεσμικά όργανα αυτών. Στην περίπτωση αυτή, το εισόδημα θα φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ο καλλιτέχνης ή ο αθλητής είναι κάτοικος.

       

      Άρθρο 18

      συντάξεις

      1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του Άρθρου 19, οι συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι προηγούμενης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
      1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, οι συντάξεις και άλλες πληρωμές που γίνονται στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
      1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές (συμπεριλαμβανομένων των εφάπαξ πληρωμών) που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο στο πρώτο αναφερόμενο Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληρωμές αυτές προέρχονται από εισφορές που καταβάλλονται προς ή από προβλέψεις που γίνονται στο πλαίσιο ενός συνταξιοδοτικού συστήματος από τον αποδέκτη ή για λογαριασμό του και ότι αυτές οι εισφορές, οι προβλέψεις ή οι συντάξεις ή άλλες παρόμοιες αποδοχές έχουν υποβληθεί σε φόρο στο πρώτο κράτος σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες φορολογίας του του νόμου.

       

      Άρθρο 19

      Κυβερνητική Υπηρεσία

      (α) Μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μια τοπική αρχή ή ένα καταστατικό όργανό του σε ένα φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή αρχή ή φορέα φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

      (β) Ωστόσο, τέτοιοι μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν οι υπηρεσίες παρέχονται σε αυτό το Κράτος και το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος αυτού του Κράτους που:

      (i) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους· ή

      (ii) δεν έγινε κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για τον σκοπό της παροχής των υπηρεσιών.

      (α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται από ή από ταμεία που έχουν δημιουργηθεί από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή τοπική αρχή ή νόμιμο όργανό του σε ένα φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή την αρχή ή φορέας φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

      (β) Ωστόσο, τέτοιες συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, εάν το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και υπήκοος αυτού του Κράτους.

      1. Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 18 εφαρμόζονται σε μισθούς, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές για υπηρεσίες που παρέχονται σε σχέση με επιχείρηση που διεξάγεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή τοπική αρχή ή καταστατικό όργανό του.

       

      Άρθρο 20

      Πληρωμές Φοιτητών

      που λαμβάνει φοιτητής ή μαθητευόμενος επιχειρηματίας που είναι ή ήταν αμέσως πριν από την επίσκεψη σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και ο οποίος είναι παρών στο προαναφερθέν Κράτος αποκλειστικά για τους σκοπούς της εκπαίδευσης ή της κατάρτισής του, η εκπαίδευση ή η κατάρτιση δεν φορολογούνται σε αυτό το Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληρωμές αυτές προέρχονται από πηγές εκτός αυτού του Κράτους.

      Άρθρο 21

      Αλλο εισόδημα

      1. Στοιχεία εισοδήματος κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, οπουδήποτε και αν προκύπτουν, που δεν αναφέρονται στα προηγούμενα Άρθρα της παρούσας Συμφωνίας φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
      1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται στο εισόδημα, εκτός από το εισόδημα από ακίνητη περιουσία όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, εάν ο αποδέκτης αυτού του εισοδήματος, όντας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται εκεί ή εκτελεί σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί και το δικαίωμα ή η περιουσία για την οποία καταβάλλεται το εισόδημα συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, κατά περίπτωση.
      1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, στοιχεία εισοδήματος κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που δεν αναφέρονται στα προηγούμενα Άρθρα της παρούσας Συμφωνίας και προκύπτουν στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορούν επίσης να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

       

      Άρθρο 22

      Κεφάλαιο

      1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από ακίνητη περιουσία που αναφέρεται στο Άρθρο 6, που ανήκει σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από κινητή περιουσία που αποτελεί μέρος της επιχειρηματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητή περιουσία που ανήκει σε σταθερή βάση διαθέσιμη σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για σκοπούς παροχής ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.
      1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από πλοία και αεροσκάφη που εκμεταλλεύονται σε διεθνείς μεταφορές από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και από κινητή περιουσία που σχετίζεται με τη λειτουργία τέτοιων πλοίων και αεροσκαφών, φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος. 4. Όλα τα άλλα στοιχεία του κεφαλαίου ενός κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

      Άρθρο 23

      Κατάργηση της Διπλής Φορολογίας

      1. Στη Σιγκαπούρη, η διπλή φορολογία αποφεύγεται ως εξής: Όταν ένας κάτοικος Σιγκαπούρης αποκτά εισόδημα από το Λουξεμβούργο, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, μπορεί να φορολογηθεί στο Λουξεμβούργο, η Σιγκαπούρη υπόκειται στους νόμους της σχετικά με το επίδομα ως πίστωση έναντι του φόρου της Σιγκαπούρης που καταβάλλεται σε οποιαδήποτε χώρα εκτός της Σιγκαπούρης, να επιτρέπεται ο φόρος του Λουξεμβούργου που καταβάλλεται, είτε άμεσα είτε με έκπτωση, ως πίστωση έναντι του φόρου της Σιγκαπούρης που καταβάλλεται επί του εισοδήματος αυτού του κατοίκου. Εάν το εισόδημα αυτό είναι μέρισμα που καταβάλλεται από εταιρεία που είναι κάτοικος Λουξεμβούργου σε κάτοικο Σιγκαπούρης που είναι εταιρεία που κατέχει άμεσα ή έμμεσα τουλάχιστον το 10 τοις εκατό του μετοχικού κεφαλαίου της πρώτης αναφερόμενης εταιρείας, η πίστωση λαμβάνεται λαμβάνεται υπόψη ο φόρος του Λουξεμβούργου που κατέβαλε η εν λόγω εταιρεία επί του τμήματος των κερδών της από το οποίο καταβάλλεται το μέρισμα.
      1. Στο Λουξεμβούργο, η διπλή φορολογία αποφεύγεται ως εξής: Με την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου σχετικά με την εξάλειψη της διπλής φορολογίας, η οποία δεν επηρεάζει τη γενική αρχή του παρόντος, η διπλή φορολογία καταργείται ως εξής

      (α) Όταν κάτοικος Λουξεμβούργου αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, μπορεί να φορολογηθεί στη Σιγκαπούρη, το Λουξεμβούργο υπόκειται στις διατάξεις των υποπαραγράφων (σι), (γ) και (δ), να απαλλάσσει το εν λόγω εισόδημα ή κεφάλαιο από φόρο, αλλά μπορεί, για να υπολογίσει το ποσό του φόρου στο υπόλοιπο εισόδημα ή κεφάλαιο του κατοίκου, να εφαρμόζει τους ίδιους φορολογικούς συντελεστές σαν να μην είχε απαλλαγεί το εισόδημα ή το κεφάλαιο.

      β) Όταν κάτοικος Λουξεμβούργου αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, του άρθρου 17 και της παραγράφου 3 του άρθρου 21, μπορεί να φορολογηθεί στη Σιγκαπούρη, το Λουξεμβούργο επιτρέπει έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων ή εταιρικός φόρος αυτού του κατοίκου ποσό ίσο με τον φόρο που καταβλήθηκε στη Σιγκαπούρη. Ωστόσο, αυτή η έκπτωση δεν θα υπερβαίνει το μέρος του φόρου, όπως υπολογίστηκε πριν από τη χορήγηση της έκπτωσης, το οποίο αποδίδεται σε τέτοια στοιχεία εισοδήματος που προέρχονται από τη Σιγκαπούρη.

      (γ) Οι διατάξεις της υποπαραγράφου (α) δεν εφαρμόζονται σε εισόδημα που αποκτάται ή κεφάλαιο που ανήκει σε κάτοικο του Λουξεμβούργου όπου η Σιγκαπούρη εφαρμόζει τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας για να απαλλάξει το εν λόγω εισόδημα ή κεφάλαιο από φόρο ή εφαρμόζει τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρο 12 για τα εισοδήματα αυτά.

      (δ) Όταν μια εταιρεία που είναι κάτοικος Λουξεμβούργου αντλεί μερίσματα από πηγές της Σιγκαπούρης, το Λουξεμβούργο απαλλάσσει αυτά τα μερίσματα από φόρο, υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία που είναι κάτοικος Λουξεμβούργου κατέχει άμεσα τουλάχιστον το 10 τοις εκατό του κεφαλαίου της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα από την αρχή της λογιστικής χρήσης και εάν αυτή η εταιρεία υπόκειται στη Σιγκαπούρη σε φόρο εισοδήματος που αντιστοιχεί στον εταιρικό φόρο του Λουξεμβούργου. Οι προαναφερόμενες μετοχές της εταιρείας της Σιγκαπούρης απαλλάσσονται, υπό τους ίδιους όρους, από τον φόρο κεφαλαίου του Λουξεμβούργου. Η απαλλαγή βάσει της παρούσας υποπαραγράφου ισχύει επίσης ανεξαρτήτως του ότι η εταιρεία της Σιγκαπούρης απαλλάσσεται από φόρο ή φορολογείται με μειωμένο συντελεστή στη Σιγκαπούρη σύμφωνα με τη νομοθεσία της Σιγκαπούρης που παρέχει κίνητρα για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης στη Σιγκαπούρη.

       

      Άρθρο 24

      Μη διάκριση

      1. Οι υπήκοοι ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε καμία φορολογία ή απαίτηση σχετική με αυτήν, η οποία είναι άλλη ή πιο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές απαιτήσεις στις οποίες οι υπήκοοι αυτού του άλλου Κράτους υπό τις ίδιες συνθήκες, ιδίως με ως προς την κατοικία, υπόκεινται ή ενδέχεται να υπόκεινται.
      1. Η φορολογία σε μόνιμη εγκατάσταση που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα επιβάλλεται λιγότερο ευνοϊκά σε αυτό το άλλο Κράτος από τη φορολογία που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις αυτού του άλλου Κράτους που ασκούν τις ίδιες δραστηριότητες.
      1. Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θα ερμηνεύεται ότι υποχρεώνει ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγήσει σε:

      (α) κάτοικοι του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους τυχόν προσωπικές αποζημιώσεις, ελαφρύνσεις και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς που χορηγεί στους κατοίκους του· ή

      (β) υπήκοοι του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους εκείνα τα προσωπικά επιδόματα, απαλλαγές και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς που χορηγεί στους δικούς του υπηκόους που δεν είναι κάτοικοι αυτού του Κράτους ή σε άλλα πρόσωπα που μπορεί να προσδιορίζονται στη φορολογική νομοθεσία αυτού του Κράτους.

      1. Εκτός εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9, παράγραφος 4 του άρθρου 11 ή της παραγράφου 6 του άρθρου 12, τόκοι, δικαιώματα και άλλες εκταμιεύσεις που καταβάλλονται από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών μιας τέτοιας επιχείρησης, εκπίπτουν υπό τους ίδιους όρους όπως εάν είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου αναφερόμενου Κράτους. Ομοίως, τυχόν χρέη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους θα εκπίπτουν, για τον προσδιορισμό του φορολογητέου κεφαλαίου αυτής της επιχείρησης, υπό τους ίδιους όρους όπως αν είχαν συναφθεί με σύμβαση με κάτοικο της πρώτο αναφερόμενο κράτος.
      1. Επιχειρήσεις ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, το κεφάλαιο του οποίου ανήκει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, δεν θα υπόκεινται στο πρώτο αναφερόμενο Κράτος σε καμία φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική απαίτηση με αυτό το οποίο είναι άλλο ή πιο επαχθές από τη φορολογία και τις σχετικές απαιτήσεις στις οποίες υπόκεινται ή ενδέχεται να υπόκεινται άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου αναφερόμενου Κράτους.
      1. Όταν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος χορηγεί φορολογικά κίνητρα στους υπηκόους του με σκοπό την προώθηση της οικονομικής ή κοινωνικής ανάπτυξης σύμφωνα με την εθνική πολιτική και τα κριτήριά του, δεν θα ερμηνεύεται ως διάκριση βάσει του παρόντος άρθρου. 7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους φόρους που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας συμφωνίας.

       

      Άρθρο 25

      Διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας

      1. Όταν ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών έχουν ως αποτέλεσμα ή θα οδηγήσουν σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, μπορεί, ανεξάρτητα από τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από το εσωτερικό δίκαιο αυτών των κρατών, να προσκομίσει την υπόθεσή του στην αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, εάν η περίπτωσή του εμπίπτει στην παράγραφο 1 του άρθρου 24, σε εκείνη του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος. Η υπόθεση πρέπει να παρουσιαστεί εντός τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της ενέργειας που οδηγεί σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Συμφωνίας.
      1. Η αρμόδια αρχή θα προσπαθήσει, εάν η ένσταση της φαίνεται δικαιολογημένη και εάν η ίδια δεν είναι σε θέση να καταλήξει σε ικανοποιητική λύση, να επιλύσει την υπόθεση με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, με σκοπό να την αποφυγή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τη Συμφωνία. Οποιαδήποτε συμφωνία επιτυγχάνεται θα εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τυχόν χρονικά όρια στο εσωτερικό δίκαιο των Συμβαλλόμενων Κρατών
      1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα προσπαθήσουν να επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσκολίες ή αμφιβολίες προκύψουν ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Συμφωνίας. Μπορούν επίσης να διαβουλεύονται από κοινού για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται στη Συμφωνία.
      2. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους απευθείας για το σκοπό της επίτευξης συμφωνίας κατά την έννοια των προηγούμενων παραγράφων

      Το ακόλουθο Μέρος VI του MLI εφαρμόζεται στην παρούσα Συμφωνία:12

      ΜΕΡΟΣ VI ΤΗΣ MLI (ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ)

      Άρθρο 19

      (Υποχρεωτική Δεσμευτική Διαιτησία) του MLI

      1. Που:
      1. α) κάτω από[paragraph 1 of Article 25 of this Agreement] , πρόσωπο έχει προσκομίσει υπόθεση στην αρμόδια αρχή του α[Contracting State] με βάση ότι οι ενέργειες του ενός ή και των δύο[Contracting States] έχουν οδηγήσει για το πρόσωπο αυτό σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του[the Agreement] ; και
      1. β) οι αρμόδιες αρχές δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση αυτής της υπόθεσης σύμφωνα με [paragraph 2 of Article 25 of the Agreement], εντός περιόδου δύο ετών που αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 8 ή 9 [of Article 19 of the MLI], κατά περίπτωση (εκτός εάν, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής οι αρμόδιες αρχές της [Contracting States] έχουν συμφωνήσει σε διαφορετική χρονική περίοδο σε σχέση με αυτήν την υπόθεση και έχουν ειδοποιήσει το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση για μια τέτοια συμφωνία),

      τυχόν ανεπίλυτα ζητήματα που προκύπτουν από την υπόθεση, εάν το πρόσωπο το ζητήσει εγγράφως, υποβάλλονται σε διαιτησία με τον τρόπο που περιγράφεται στο[Part VI of the MLI] , σύμφωνα με τυχόν κανόνες ή διαδικασίες που έχουν συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές της[Contracting States] σύμφωνα με τις διατάξεις του[paragraph 10 of Article 19 of the MLI] .

      1. Όταν μια αρμόδια αρχή έχει αναστείλει τη διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 [of Article 19 of the MLI] επειδή εκκρεμεί υπόθεση για ένα ή περισσότερα από τα ίδια θέματα ενώπιον δικαστηρίου ή διοικητικού δικαστηρίου, η προθεσμία που προβλέπεται στο εδάφιο β) της παραγράφου 1 [of Article 19 of the MLI] θα σταματήσει να τρέχει έως ότου είτε εκδοθεί οριστική απόφαση από το δικαστήριο ή το διοικητικό δικαστήριο είτε η υπόθεση αναστείλει ή αποσυρθεί. Επιπλέον, όταν πρόσωπο που παρουσίασε υπόθεση και αρμόδια αρχή έχουν συμφωνήσει να αναστείλουν τη διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας, η προθεσμία που προβλέπεται στο εδάφιο β) της παραγράφου 1[of Article 19 of the MLI] θα σταματήσει να λειτουργεί μέχρι να αρθεί η ανάρτηση.
      1. Όταν και οι δύο αρμόδιες αρχές συμφωνούν ότι ένα πρόσωπο που επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση δεν έχει παράσχει εγκαίρως οποιαδήποτε πρόσθετη ουσιώδη πληροφορία που ζητήθηκε από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή μετά την έναρξη της περιόδου που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 [of Article 19 of the MLI], την περίοδο που προβλέπεται στο εδάφιο β’ της παραγράφου 1 [of Article 19 of the MLI] παρατείνεται για χρονικό διάστημα ίσο με την περίοδο που αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκαν οι πληροφορίες και λήγει την ημερομηνία κατά την οποία παρασχέθηκαν αυτές οι πληροφορίες.
      1. α) Η διαιτητική απόφαση σχετικά με τα θέματα που υποβάλλονται σε διαιτησία εκτελείται μέσω της αμοιβαίας συμφωνίας σχετικά με την περίπτωση της παραγράφου 1[of Article 19 of the MLI] . Η διαιτητική απόφαση είναι οριστική.
      1. β) Η διαιτητική απόφαση είναι δεσμευτική και για τους δύο[Contracting States] εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
      1. θ) εάν πρόσωπο που επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση δεν αποδέχεται την αμοιβαία συμφωνία που εκτελεί τη διαιτητική απόφαση. Στην περίπτωση αυτή, η υπόθεση δεν είναι επιλέξιμη για περαιτέρω εξέταση από τις αρμόδιες αρχές. Η αμοιβαία συμφωνία που εφαρμόζει τη διαιτητική απόφαση για την υπόθεση θεωρείται ότι δεν γίνεται αποδεκτή από πρόσωπο που επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση, εάν οποιοδήποτε πρόσωπο που επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση δεν το κάνει, εντός 60 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της αμοιβαίας συμφωνίας αποστέλλεται στο πρόσωπο, να αποσύρει όλα τα ζητήματα που επιλύονται στην αμοιβαία συμφωνία για την εφαρμογή της διαιτητικής απόφασης από οποιοδήποτε δικαστήριο ή διοικητικό δικαστήριο ή να περατώσει με άλλο τρόπο οποιαδήποτε εκκρεμή δικαστική ή διοικητική διαδικασία σχετικά με τέτοια ζητήματα κατά τρόπο σύμφωνο με αυτήν την αμοιβαία συμφωνία.
      1. ii) εάν τελεσίδικη απόφαση των δικαστηρίων ενός εκ των[Contracting States] κρίνει ότι η διαιτητική απόφαση είναι άκυρη. Σε τέτοια περίπτωση, το αίτημα για διαιτησία σύμφωνα με την παράγραφο 1[of Article 19 of the MLI] θεωρείται ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί και η διαδικασία διαιτησίας θεωρείται ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί (εκτός από τους σκοπούς των άρθρων 21 (Εμπιστευτικότητα της Διαιτητικής Διαδικασίας) και 25 (Έξοδα Διαιτητικής Διαδικασίας)[of the MLI] ). Σε μια τέτοια περίπτωση, μπορεί να υποβληθεί νέο αίτημα για διαιτησία, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές συμφωνήσουν ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί ένα τέτοιο νέο αίτημα.

      iii) εάν ένα πρόσωπο που επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση ασκήσει δικαστική προσφυγή για τα ζητήματα που επιλύθηκαν με την αμοιβαία συμφωνία εφαρμογής της διαιτητικής απόφασης σε οποιοδήποτε δικαστήριο ή διοικητικό δικαστήριο.

      1. Η αρμόδια αρχή που έλαβε το αρχικό αίτημα για διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας όπως περιγράφεται στο εδάφιο α) της παραγράφου 1[of Article 19 of the MLI] εντός δύο ημερολογιακών μηνών από την παραλαβή του αιτήματος:
      1. α) να στείλει ειδοποίηση στο πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση ότι έλαβε το αίτημα· και
      1. β) να στείλει ειδοποίηση για το αίτημα αυτό, μαζί με αντίγραφο του αιτήματος, στην αρμόδια αρχή του άλλου[Contracting State] .
      1. Εντός τριών ημερολογιακών μηνών από την παραλαβή της αίτησης για διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας από την αρμόδια αρχή (ή αντίγραφο από την αρμόδια αρχή της άλλης[Contracting State] ) είτε:
      1. α) ειδοποιεί το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση και την άλλη αρμόδια αρχή ότι έλαβε τις απαραίτητες πληροφορίες για την ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης· ή
      1. β) ζητήστε πρόσθετες πληροφορίες από αυτό το άτομο για το σκοπό αυτό.
      1. Όπου σύμφωνα με το εδάφιο β) της παραγράφου 6 [of Article 19 of the MLI], μία ή και οι δύο αρμόδιες αρχές έχουν ζητήσει από το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση πρόσθετες πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης, η αρμόδια αρχή που ζήτησε τις πρόσθετες πληροφορίες πρέπει, εντός τριών ημερολογιακών μηνών από την παραλαβή των πρόσθετων πληροφοριών από το πρόσωπο αυτό , ενημερώστε το εν λόγω πρόσωπο και την άλλη αρμόδια αρχή είτε:
      1. α) ότι έχει λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες· ή
      2. β) ότι ορισμένες από τις ζητούμενες πληροφορίες εξακολουθούν να λείπουν.
      1. Όταν καμία αρμόδια αρχή δεν έχει ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο β) της παραγράφου 6[of Article 19 of the MLI] , την ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1[of Article 19 of the MLI] θα είναι το νωρίτερο από:
      1. α) την ημερομηνία κατά την οποία και οι δύο αρμόδιες αρχές έχουν ενημερώσει το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση σύμφωνα με το εδάφιο α) της παραγράφου 6[of Article 19 of the MLI] ; και
      1. β) την ημερομηνία που είναι τρεις ημερολογιακούς μήνες μετά την κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή του άλλου[Contracting State] σύμφωνα με το εδάφιο β) της παραγράφου 5[of Article 19 of the MLI] .
      1. Όταν έχουν ζητηθεί πρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο β) της παραγράφου 6[of Article 19 of the MLI] , την ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1[of Article 19 of the MLI] θα είναι το νωρίτερο από:
      1. α) την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές που ζήτησαν πρόσθετες πληροφορίες έχουν ενημερώσει το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση και την άλλη αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εδάφιο α) της παραγράφου 7[of Article 19 of the MLI] ; και
      1. β) την ημερομηνία που είναι τρεις ημερολογιακούς μήνες αφότου και οι δύο αρμόδιες αρχές έχουν λάβει όλες τις πληροφορίες που ζητήθηκαν από κάθε αρμόδια αρχή από το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση.

      Εάν, ωστόσο, μία ή και οι δύο από τις αρμόδιες αρχές αποστείλουν την κοινοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο β) της παραγράφου 7[of Article 19 of the MLI] , η κοινοποίηση αυτή αντιμετωπίζεται ως αίτημα για πρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο β) της παραγράφου 6[of Article 19 of the MLI] .

      1. Οι αρμόδιες αρχές του[Contracting States] θα με κοινή συμφωνία σύμφωνα με[Article 25 of the Agreement] καθορίζει τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων που περιέχονται σε[Part VI of the MLI] , συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων πληροφοριών που απαιτούνται ώστε κάθε αρμόδια αρχή να αναλάβει ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης. Μια τέτοια συμφωνία θα συναφθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία τα ανεπίλυτα ζητήματα μιας υπόθεσης είναι για πρώτη φορά επιλέξιμα για να υποβληθούν σε διαιτησία και μπορεί να τροποποιηθεί από καιρό σε καιρό στη συνέχεια
      1. Παρά τις άλλες διατάξεις του[Article 19 of the MLI] ,
      1. α) κάθε ανεπίλυτο ζήτημα που προκύπτει από υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας, διαφορετικά εντός του πεδίου της διαδικασίας διαιτησίας που προβλέπεται από[the MLI] δεν υποβάλλονται σε διαιτησία, εάν έχει ήδη εκδοθεί απόφαση για το θέμα αυτό από δικαστήριο ή διοικητικό δικαστήριο[Contracting State] ;
      1. β) εάν, οποιαδήποτε στιγμή μετά την υποβολή αίτησης για διαιτησία και πριν η ειδική ομάδα διαιτησίας παραδώσει την απόφασή της στις αρμόδιες αρχές του[Contracting States] , απόφαση για το θέμα εκδίδεται από δικαστήριο ή διοικητικό δικαστήριο ενός εκ των[Contracting States] , η διαδικασία διαιτησίας θα τερματιστεί.

      Άρθρο 20

      (Διορισμός Διαιτητών) του MLI

      1. Εκτός από το βαθμό που οι αρμόδιες αρχές της[Contracting States] συμφωνούν αμοιβαία για διαφορετικούς κανόνες, παραγράφους 2 έως 4[of Article 20 of the MLI] εφαρμόζεται για τους σκοπούς της[Part VI of the MLI] .
      1. Οι ακόλουθοι κανόνες διέπουν τον διορισμό των μελών μιας ειδικής ομάδας διαιτησίας:
      1. α) Η ειδική ομάδα διαιτησίας αποτελείται από τρία μεμονωμένα μέλη με πείρα ή εμπειρία σε διεθνή φορολογικά θέματα.
      1. β) Κάθε αρμόδια αρχή διορίζει ένα μέλος μιας επιτροπής εντός 60 ημερών από την ημερομηνία της αίτησης για διαιτησία σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19[of the MLI] . Τα μέλη των δύο ομάδων που ορίζονται με τον τρόπο αυτό, εντός 60 ημερών από τον τελευταίο διορισμό τους, ορίζουν ένα τρίτο μέλος που θα ασκεί καθήκοντα προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Ο πρόεδρος δεν πρέπει να είναι υπήκοος ή κάτοικος κανενός[Contracting State] .
      1. γ) Κάθε μέλος που διορίζεται στην ειδική ομάδα διαιτησίας πρέπει να είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο από τις αρμόδιες αρχές, τις φορολογικές διοικήσεις και τα υπουργεία οικονομικών του [Contracting States] και όλων των προσώπων που επηρεάζονται άμεσα από την υπόθεση (καθώς και των συμβούλων τους) κατά την αποδοχή ενός ραντεβού, να διατηρεί την αμεροληψία και την ανεξαρτησία του/της καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και να αποφεύγει οποιαδήποτε συμπεριφορά για εύλογο χρονικό διάστημα στη συνέχεια που μπορεί να βλάψει την εμφάνιση της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας των διαιτητών σε σχέση με τη διαδικασία.
      1. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του α [Contracting State] παραλείπει να διορίσει μέλος της ειδικής ομάδας διαιτησίας με τον τρόπο και εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στην παράγραφο 2 [of Article 20 of the MLI] ή συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές του [Contracting States], ένα μέλος διορίζεται για λογαριασμό αυτής της αρμόδιας αρχής από τον ανώτατο αξιωματούχο του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής και Διοίκησης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης που δεν είναι υπήκοος [Contracting State].
      1. Εάν τα δύο αρχικά μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν διορίσουν τον Πρόεδρο με τον τρόπο και εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στην παράγραφο 2 [of Article 20 of the MLI] ή συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές του [Contracting States], ο πρόεδρος διορίζεται από τον ανώτατο αξιωματούχο του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής και Διοίκησης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης που δεν είναι υπήκοος [Contracting State].

      Άρθρο 21

      (Απόρρητο Διαιτητικής Διαδικασίας) του MLI

      1. Αποκλειστικά για τους σκοπούς της εφαρμογής των διατάξεων του[Part VI of the MLI] και των διατάξεων του[the Agreement] και των εσωτερικών νόμων του [Contracting States] που σχετίζονται με την ανταλλαγή πληροφοριών, το απόρρητο και τη διοικητική βοήθεια, τα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας και το πολύ τρία μέλη προσωπικού ανά μέλος (και οι υποψήφιοι διαιτητές αποκλειστικά στο βαθμό που απαιτείται για την επαλήθευση της ικανότητάς τους να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις των διαιτητών) θεωρούνται ότι είναι πρόσωπα ή αρχές στις οποίες ενδέχεται να αποκαλυφθούν οι πληροφορίες. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας ή τους υποψήφιους διαιτητές και οι πληροφορίες που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές από την ειδική ομάδα διαιτησίας θεωρούνται πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του[the Agreement] που σχετίζονται με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διοικητική βοήθεια.
      1. Οι αρμόδιες αρχές του [Contracting States] διασφαλίζει ότι τα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας και το προσωπικό τους συμφωνούν εγγράφως, προτού ενεργήσουν στο πλαίσιο μιας διαιτητικής διαδικασίας, να χειρίζονται κάθε πληροφορία που σχετίζεται με τη διαδικασία διαιτησίας σύμφωνα με τις υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας και μη αποκάλυψης που περιγράφονται στις διατάξεις του [the Agreement] που σχετίζονται με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διοικητική βοήθεια και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της [Contracting States].

      Άρθρο 22

      (Επίλυση Υπόθεσης Πριν από την Περάτωση της Διαιτησίας) του MLI

      Για τους σκοπούς[Part VI of the MLI] και τις διατάξεις της [the Agreement] που προβλέπουν επίλυση υποθέσεων με αμοιβαία συμφωνία, η διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας, καθώς και η διαδικασία διαιτησίας, σε σχέση με μια υπόθεση περατώνεται εάν, ανά πάσα στιγμή μετά την υποβολή αίτησης για διαιτησία και προτού η ειδική ομάδα διαιτησίας παραδώσει την απόφαση προς τις αρμόδιες αρχές της [Contracting States]:

      1. α) οι αρμόδιες αρχές της[Contracting States] επίτευξη αμοιβαίας συμφωνίας για την επίλυση της υπόθεσης· ή
      1. β) το πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση αποσύρει την αίτηση διαιτησίας ή την αίτηση για διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας.

      Άρθρο 23

      (Είδος Διαιτητικής Διαδικασίας) του MLI

      Διαιτησία τελικής προσφοράς

      1. Εκτός από το βαθμό που οι αρμόδιες αρχές της[Contracting States] συμφωνούν αμοιβαία σε διαφορετικούς κανόνες, οι ακόλουθοι κανόνες ισχύουν για μια διαδικασία διαιτησίας σύμφωνα με[Part VI of the MLI] :
      1. α) Αφού υποβληθεί υπόθεση σε διαιτησία, η αρμόδια αρχή του καθενός [Contracting State] υποβάλλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας, εντός ημερομηνίας που καθορίζεται κατόπιν συμφωνίας, πρόταση ψηφίσματος που εξετάζει όλα τα ανεπίλυτα ζητήματα της υπόθεσης (λαμβάνοντας υπόψη όλες τις συμφωνίες που είχαν συναφθεί προηγουμένως στην υπόθεση αυτή μεταξύ των αρμόδιων αρχών του [Contracting States]). Το προτεινόμενο ψήφισμα περιορίζεται στη διάθεση συγκεκριμένων χρηματικών ποσών (για παράδειγμα, εσόδων ή εξόδων) ή, όπου ορίζεται, στον μέγιστο συντελεστή φόρου που επιβάλλεται σύμφωνα με[the Agreement] , για κάθε προσαρμογή ή παρόμοιο θέμα στην περίπτωση. Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές της [Contracting States] δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία για ένα θέμα που αφορά τις προϋποθέσεις εφαρμογής διάταξης του [the Agreement] (εφεξής «ερώτημα κατωφλίου»), όπως εάν ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος ή αν υπάρχει μόνιμη εγκατάσταση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να υποβάλλουν εναλλακτικές προτάσεις επίλυσης για ζητήματα που ο καθορισμός τους εξαρτάται από την επίλυση τέτοιων ερωτήσεις κατωφλίου.
      1. β) Η αρμόδια αρχή καθενός[Contracting State] μπορεί επίσης να υποβάλει ένα έγγραφο υποστήριξης για εξέταση από την ειδική ομάδα διαιτησίας. Κάθε αρμόδια αρχή που υποβάλλει πρόταση ψηφίσματος ή δικαιολογητικό έγγραφο θέσης παρέχει ένα αντίγραφο στην άλλη αρμόδια αρχή μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία έληξαν το προτεινόμενο ψήφισμα και το υποστηρικτικό έγγραφο θέσης. Κάθε αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να υποβάλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας, εντός ημερομηνίας που ορίζεται κατόπιν συμφωνίας, υποβολή απάντησης σχετικά με το προτεινόμενο ψήφισμα και το υποστηρικτικό έγγραφο θέσης που υποβλήθηκε από την άλλη αρμόδια αρχή. Αντίγραφο οποιασδήποτε υποβολής απάντησης παρέχεται στην άλλη αρμόδια αρχή έως την ημερομηνία κατά την οποία έπρεπε να υποβληθεί η απάντηση.
      1. γ) Η ειδική ομάδα διαιτησίας επιλέγει ως απόφασή της ένα από τα προτεινόμενα ψηφίσματα για την υπόθεση που υποβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές σχετικά με κάθε θέμα και τυχόν κατώτατα ζητήματα, και δεν περιλαμβάνει αιτιολογία ή άλλη εξήγηση της απόφασης. Η διαιτητική απόφαση θα εκδοθεί με απλή πλειοψηφία των μελών της επιτροπής. Η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζει την απόφασή της εγγράφως στις αρμόδιες αρχές της[Contracting States] . Η διαιτητική απόφαση δεν θα έχει προηγουμένη αξία.
      1. Πριν από την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας, οι αρμόδιες αρχές της [Contracting States] διασφαλίζει ότι κάθε πρόσωπο που παρουσίασε την υπόθεση και οι σύμβουλοί τους συμφωνούν εγγράφως να μην αποκαλύπτουν σε κανένα άλλο πρόσωπο οποιεσδήποτε πληροφορίες ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαιτησίας είτε από την αρμόδια αρχή είτε από την ειδική ομάδα διαιτησίας. Η διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας σύμφωνα με [the Agreement], καθώς και της διαιτητικής διαδικασίας υπό [Part VI of the MLI], όσον αφορά την υπόθεση θα περατωθεί εάν, ανά πάσα στιγμή μετά την υποβολή αίτησης για διαιτησία και προτού η ειδική ομάδα διαιτησίας παραδώσει την απόφασή της στις αρμόδιες αρχές του [Contracting States], ένα άτομο που παρουσίασε την υπόθεση ή ένας από τους συμβούλους αυτού του ατόμου παραβιάζει ουσιωδώς αυτήν τη συμφωνία

      Άρθρο 25

      (Δαπάνες Διαιτητικής Διαδικασίας) του MLI

      Σε διαδικασία διαιτησίας σύμφωνα με[Part VI of the MLI] , τις αμοιβές και τα έξοδα των μελών της ειδικής ομάδας διαιτησίας, καθώς και τυχόν έξοδα που προκύπτουν σε σχέση με τη διαιτητική διαδικασία από το[Contracting States] , βαρύνουν την[Contracting States] κατά τρόπο που θα διευθετηθεί με κοινή συμφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών του[Contracting States] . Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, το καθένα[Contracting State] αναλαμβάνει τα δικά του έξοδα και τα έξοδα του διορισμένου μέλους της επιτροπής. Τα έξοδα του προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας και τα λοιπά έξοδα που συνδέονται με τη διεξαγωγή της διαιτητικής διαδικασίας βαρύνουν τον[Contracting States] σε ίσα μερίδια. Παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 26 (Συμβατότητα) του MLI

      1. Κάθε ανεπίλυτο ζήτημα που προκύπτει από υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας, κατά τα άλλα εντός του πεδίου της διαδικασίας διαιτησίας που προβλέπεται στο [Part VI of the MLI] δεν υποβάλλεται σε διαιτησία εάν το ζήτημα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής μιας υπόθεσης για την οποία έχει συσταθεί προηγουμένως ειδική ομάδα διαιτησίας ή παρόμοιο όργανο σύμφωνα με διμερή ή πολυμερή σύμβαση που προβλέπει υποχρεωτική δεσμευτική διαιτησία για ανεπίλυτα ζητήματα που προκύπτουν από υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας.
      1. [Nothing]σε[Part VI of the MLI] επηρεάζει την εκπλήρωση ευρύτερων υποχρεώσεων όσον αφορά τη διαιτησία ανεπίλυτων θεμάτων που προκύπτουν στο πλαίσιο διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προκύπτει από άλλες συμβάσεις στις οποίες η[Contracting States] είναι ή θα γίνουν κόμματα. Το εδάφιο α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 28 του ΜΔΙ

      Σύμφωνα με το εδάφιο α) της παραγράφου 2 του άρθρου 28 του MLI, η Σιγκαπούρη διατυπώνει τις ακόλουθες επιφυλάξεις σχετικά με το εύρος των υποθέσεων που είναι επιλέξιμες για διαιτησία σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VI του MLI:

      1. α) Η Δημοκρατία της Σιγκαπούρης διατηρεί το δικαίωμα να εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του Μέρους VI (Διαιτησία) υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή των εθνικών γενικών κανόνων της κατά της φοροαποφυγής που περιλαμβάνονται στην Ενότητα 33 του νόμου περί φόρου εισοδήματος, στη νομολογία ή στις νομικές δοξασίες. Θα ληφθούν επίσης υπόψη τυχόν μεταγενέστερες διατάξεις που αντικαθιστούν, τροποποιούν ή επικαιροποιούν αυτούς τους κανόνες κατά της αποφυγής. Η Δημοκρατία της Σιγκαπούρης γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα οποιεσδήποτε τέτοιες μεταγενέστερες διατάξεις.
      1. β) Όταν μια επιφύλαξη που διατυπώνεται από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία για Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 στοιχείο α) αναφέρεται αποκλειστικά στο εσωτερικό της δίκαιο (συμπεριλαμβανομένων νομοθετικών διατάξεων, νομολογίας, δικαστικών δογμάτων και κυρώσεων), η Δημοκρατία της Σιγκαπούρης διατηρεί το δικαίωμα να εξαιρέσει από το πεδίο εφαρμογής του Μέρους VI εκείνες τις περιπτώσεις που θα εξαιρούνταν από το πεδίο εφαρμογής του Μέρους VI εάν η επιφύλαξη της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας διατυπωνόταν με αναφορά σε οποιεσδήποτε ανάλογες διατάξεις του εσωτερικού δικαίου της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης ή τυχόν μεταγενέστερες διατάξεις που αντικαθιστούν , να τροποποιήσει ή να επικαιροποιήσει αυτές τις διατάξεις. Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης θα διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας προκειμένου να προσδιορίσει τυχόν ανάλογες διατάξεις που υπάρχουν στο εσωτερικό δίκαιο της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης στη συμφωνία που συνάπτεται σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 10.

      Άρθρο 26

      Ανταλλαγή Πληροφοριών

      1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που προβλέπονται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας ή για τη διαχείριση ή την επιβολή των εσωτερικών νόμων σχετικά με φόρους κάθε είδους και περιγραφής που επιβάλλονται για λογαριασμό των Συμβαλλόμενων Κρατών ή των τοπικές αρχές, εφόσον η φορολογία βάσει αυτής δεν είναι αντίθετη με τη Συμφωνία. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από τα άρθρα 1 και 2.
      1. Οποιαδήποτε πληροφορία που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θα αντιμετωπίζεται ως απόρρητη κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η πληροφορία που αποκτάται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία αυτού του Κράτους και θα αποκαλύπτεται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων) που εμπλέκονται στην αξιολόγηση ή η είσπραξη, η εκτέλεση ή η δίωξη σε σχέση με, ο καθορισμός των προσφυγών σε σχέση με τους φόρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή η επίβλεψη των ανωτέρω. Αυτά τα πρόσωπα ή αρχές θα χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τέτοιους σκοπούς. Μπορούν να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες σε δημόσιες δικαστικές διαδικασίες ή σε δικαστικές αποφάσεις.
      1. Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν ερμηνεύονται έτσι ώστε να επιβάλλουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση:

      (α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα σε αντίθεση με τους νόμους και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

      (β) να παρέχει πληροφορίες που δεν είναι δυνατό να ληφθούν σύμφωνα με τους νόμους ή κατά τη συνήθη πορεία της διοίκησης αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

      (γ) να παρέχει πληροφορίες που θα αποκάλυπταν οποιοδήποτε εμπορικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή εμπορική διαδικασία ή πληροφορίες των οποίων η αποκάλυψη θα ήταν αντίθετη με τη δημόσια τάξη (διαταγή δημόσιας).

      1. Εάν ζητηθούν πληροφορίες από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με το παρόν Άρθρο, το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος θα χρησιμοποιήσει τα μέτρα συλλογής πληροφοριών του για να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμα κι αν το άλλο Κράτος μπορεί να μην χρειάζεται αυτές τις πληροφορίες για δικούς του φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση που περιέχεται στην προηγούμενη πρόταση υπόκειται στους περιορισμούς της παραγράφου 3, αλλά σε καμία περίπτωση αυτοί οι περιορισμοί δεν θα ερμηνευθούν ότι επιτρέπουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες μόνο και μόνο επειδή δεν έχει εγχώριο συμφέρον για τέτοιες πληροφορίες.
      1. Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 3 δεν μπορούν να ερμηνευθούν ότι επιτρέπουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες μόνο και μόνο επειδή οι πληροφορίες κατέχονται από τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένο ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πρακτορείου ή καταπιστευματοδόχου ή επειδή σχετίζονται στα συμφέροντα ιδιοκτησίας ενός ατόμου.

      Άρθρο 27

      Μέλη Διπλωματικών Αποστολών και Προξενικών Αρχών

      Τίποτα στην παρούσα Συμφωνία δεν επηρεάζει τα φορολογικά προνόμια των μελών διπλωματικών αποστολών ή προξενικών αρχών σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή βάσει των διατάξεων ειδικών συμφωνιών.

      Η ακόλουθη παράγραφος 1 του άρθρου 7 του MLI εφαρμόζεται και αντικαθιστά τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας:

      ΑΡΘΡΟ 7 ΤΟΥ MLI – ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΤΑΠΡΑΞΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ

      (Πρόβλεψη δοκιμής για τους κύριους σκοπούς)

      Παρά τις όποιες διατάξεις του[the Agreement] , ένα όφελος υπό [the Agreement] δεν χορηγείται σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου εάν είναι εύλογο να συναχθεί το συμπέρασμα, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, ότι η απόκτηση αυτού του οφέλους ήταν ένας από τους κύριους σκοπούς οποιασδήποτε συμφωνίας ή συναλλαγής που είχε ως αποτέλεσμα άμεσα ή έμμεσα σε αυτό το όφελος, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι η χορήγηση αυτού του οφέλους υπό αυτές τις συνθήκες θα ήταν σύμφωνη με το αντικείμενο και τον σκοπό των σχετικών διατάξεων του [the Agreement].

      Η ακόλουθη παράγραφος 4 του άρθρου 7 του MLI εφαρμόζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του MLI:

      Όπου ένα όφελος υπό[the Agreement] απορρίπτεται σε άτομο κάτω από[paragraph 1 of Article 7 of the MLI] , η αρμόδια αρχή του [Contracting State] που διαφορετικά θα είχε χορηγήσει αυτό το επίδομα θα αντιμετωπίζει ωστόσο το πρόσωπο αυτό ως δικαιούχο αυτής της παροχής ή διαφορετικών παροχών σε σχέση με ένα συγκεκριμένο στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου, εάν αυτή η αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος του εν λόγω προσώπου και μετά από εξέταση των σχετικών γεγονότα και περιστάσεις, καθορίζει ότι τέτοια οφέλη θα είχαν χορηγηθεί σε αυτό το πρόσωπο απουσία της συναλλαγής ή της συμφωνίας που αναφέρεται στο [paragraph 1 of Article 7 of the MLI]. Η αρμόδια αρχή του[Contracting State] στο οποίο έχει υποβληθεί αίτημα δυνάμει της παραγράφου αυτής από κάτοικο της άλλης[Contracting State] διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή του άλλου[Contracting State] πριν απορρίψει το αίτημα.

      Άρθρο 28

      Εναρξη ισχύος

      1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα κοινοποιούν το ένα στο άλλο εγγράφως, μέσω της διπλωματικής οδού, ότι έχουν τηρηθεί οι διαδικασίες που απαιτούνται από το δίκαιο τους για την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.
      1. Η Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ την ημερομηνία της τελευταίας από αυτές τις κοινοποιήσεις και οι διατάξεις της θα ισχύουν:

      (α) στη Σιγκαπούρη:

      (i) όσον αφορά τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή για ποσά που πρέπει να πληρωθούν, που θεωρούνται πληρωμένα ή πληρωμένα (όποιο είναι το νωρίτερο) την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Συμφωνία·

      (ii) όσον αφορά τον φόρο που απαιτείται (εκτός από τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή) για οποιοδήποτε έτος υπολογισμού που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Συμφωνία· και

      iii) όσον αφορά το άρθρο 26, για αιτήματα που υποβλήθηκαν κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος σχετικά με πληροφορίες για φόρους που σχετίζονται με φορολογικές περιόδους που ξεκινούν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας ; ή όταν δεν υπάρχει φορολογική περίοδος, για όλες τις φορολογικές επιβαρύνσεις που προκύπτουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας·

      β) στο Λουξεμβούργο:

      (i) όσον αφορά τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, στο εισόδημα που αποκτάται την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η συμφωνία·

      (ii) όσον αφορά άλλους φόρους εισοδήματος και φόρους κεφαλαίου, σε φόρους που επιβάλλονται για οποιοδήποτε φορολογητέο έτος που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Συμφωνία·

      iii) όσον αφορά το άρθρο 26, για αιτήματα που υποβλήθηκαν κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος σχετικά με πληροφορίες για φόρους που σχετίζονται με φορολογικές περιόδους που ξεκινούν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας ; ή όταν δεν υπάρχει φορολογική περίοδος, για όλες τις φορολογικές επιβαρύνσεις που προκύπτουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας.

      1. Η Συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης και του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας και την Πρόληψη της Φορολογικής Διαφυγής όσον αφορά τους Φόρους Εισοδήματος και Κεφαλαίου, με το Πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στις 6 Μαρτίου 1993, λήγει και παύει να ισχύει σε ισχύ από την ημερομηνία κατά την οποία η παρούσα συμφωνία παράγει αποτελέσματα όσον αφορά τους φόρους στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα συμφωνία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
      1. Παρά την παράγραφο 3, οι διατάξεις του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συμφωνίας μεταξύ της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης και του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής όσον αφορά τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου , με το πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στις 6 Μαρτίου 1993, θα παραμείνει σε ισχύ για περίοδο 5 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας.

      Άρθρο 29

      Λήξη

      Η παρούσα Συμφωνία θα παραμείνει σε ισχύ έως ότου καταγγελθεί από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να καταγγείλει τη Συμφωνία, μέσω της διπλωματικής οδού, με κοινοποίηση καταγγελίας τουλάχιστον έξι μήνες πριν από το τέλος οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους που αρχίζει μετά τη λήξη μιας περιόδου πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία παύει να ισχύει:

      (α) στη Σιγκαπούρη

      (i) όσον αφορά τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή για ποσά που πρέπει να πληρωθούν, που θεωρούνται πληρωμένα ή πληρωμένα (όποιο είναι το νωρίτερο) μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση·

      (ii) όσον αφορά τον φόρο που οφείλεται (εκτός από τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή) για οποιοδήποτε έτος υπολογισμού που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση· και

      (iii) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση·

      β) στο Λουξεμβούργο:

      (i) όσον αφορά τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, στο εισόδημα που αποκτάται την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση·

      (ii) όσον αφορά άλλους φόρους εισοδήματος και φόρους κεφαλαίου, σε φόρους που επιβάλλονται για οποιοδήποτε φορολογητέο έτος που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση· και

      (iii) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση.

Θέλετε να μάθετε περισσότερα για το ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ με τον Damalion;

Η Damalion σας προσφέρει εξατομικευμένες συμβουλές από άμεσα επιχειρησιακούς ειδικούς στους τομείς που προκαλούν την επιχείρησή σας.
Σας συμβουλεύουμε να παρέχετε πληροφορίες όσο το δυνατόν καλύτερα, ώστε να μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε τη ζήτησή σας και να επιστρέψουμε σε εσάς εντός των επόμενων 8 ωρών.